Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Ημερολόγιο



1) Πηγαίνω στη δουλειά χαμογελαστός κι ορεξάτος και βλέπω τους συναδέλφους να σκάνε στα γέλια. Κοιτάζω τον εαυτό μου και βλέπω ότι έχω ξεχάσει να φορέσω τα ρούχα μου. Φοράω μόνο ένα σλιπ....

2) Το πρωΐ συναντιέμαι με τον Μενέλαο ένα συνάδελφο απ' τη δουλειά. Λέω τι κάνεις ? Μου λέει καλά...Από μέσα μου λέω πως έγινε έτσι ο Μενέλαος, γέρασε σε μια μέρα ?
Ρε Μενέλαε λέω συμβαίνει κάτι ? Έπαθες κάτι ? Όχι μου λέει όλα μια χαρά. Αλλά εσύ τι θέλεις εδώ ? Δεν έχεις παραιτηθεί εδώ και δέκα χρόνια ? Ρε του λέω χθες δεν είμασταν μαζί ? Τι τσαμπουνάς ?

3) Είμαι σε μια ομάδα που τρώει συνέχεια γκολ. Ο κόσμος ζητωκραυγάζει και χλευάζει. Η αποτυχία μου τους δίνει μια άγρια χαρά. Τρώω κλωτσιές και δυνατές καρπαζιές. Μ' έχουν γδύσει και με ρεζιλεύουν. Με γιουχάρουν, μ' έχουν βάλει κάτω και με πατάνε.

4) Κάποιος νομίζει ότι αποφασίζει ελεύθερα για τη ζωή του ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί πιόνι σ' ένα παιχνίδι. Ατυχία ! Φωνάζει όταν πέφτει κάτω ενώ είναι καθαρά ενορχηστρωμένο σχέδιο η πτώση του, τόσο ανεπαίσθητα όμως και σε χρονική φάση ανύποπτη που να μοιάζει καθαρό ατύχημα..Οι αυθόρμητες και λυτρωτικές διαφυγές του μέσα στο παιχνίδι είναι κι αυτές έτσι που να νομίζει ότι τα έχει καταφέρει μετά από γιγαντιαία προσπάθεια !
Ακόμη και η ίδια η σκέψη του, οι αντιδράσεις και τα συναισθήματά του έχουν προβλεφθεί και αναλυθεί συστηματικά με δυνατότητα 100000 κινήσεων και αποφάσεων πριν την τελική, έτσι που τίποτε δεν εκπλήσσει...Η ζωή του μοιάζει τόσο κλισέ και αναμενόμενη που είτε πεθάνει τώρα είτε σε τριάντα χρόνια τίποτε δεν αλλάζει. Οι ίδιες καθημερινές κινήσεις, οι ίδιες αντιδράσεις,συνεχώς κάθε μέρα, κυκλικά σαν μαγκανοπήγαδο....
Όμως μια μέρα ξυπνάει περίεργα, αρχίζει κι αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι είναι αιχμάλωτος του ίδιου του του εαυτού...


Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Το κυνήγι του σκαντζόχοιρου





Είναι τώρα τρεις μέρες που δεν έχω δει άνθρωπο ! Δεν βγαίνω καθόλου έξω, τρώω κάτι κονσέρβες και λαχανικά απ' το ψυγείο. Ωραία περνάω μέσα στο σπίτι ! Κάθομαι διαβάζω, γράφω και ζωγραφίζω. Κοιτάζω τα πουλιά και τα σύννεφα, αφουγκράζομαι τους ήχους, το βράδυ ρεμβάζω μπροστά στο πανόραμα των άστρων. 
Όμως σήμερα δεν αισθάνομαι πολύ καλά. Δίνω βάση στην ανθρώπινη φασαρία έξω. Ανοίγω το παράθυρό μου και κοιτάζω να δω κανέναν άνθρωπο. Μόλις τον βλέπω από μακριά, σκύβω το κεφάλι και κάνω ότι κοιτάζω αλλού....Μου μπαίνει η ιδέα ότι με κοιτάζει. Κλείνω το παράθυρο και μπαίνω μέσα.
Είναι απογευματάκι και όλος ο κόσμος μαζεύεται στην κοντινή πλατεία.Πίνει καφέ, ουζάκι, κουβεντιάζει, κάνει πλάκα, φωνάζει ο ένας στον άλλον, χαίρεται τη ζωή του. 
Εγώ δεν έχω καμιά συνάφεια μ' αυτούς τους ανθρώπους, κανένα πάρε δώσε ούτε και θέλω να μπω στη διαδικασία να επικοινωνήσω με όλους αυτούς. Άλλωστε με θεωρούν απόκοσμο και δεν ξέρουν με ποιο τρόπο να μου συμπεριφερθούν ! Γι αυτό όταν με βλέπουν τις περισσότερες φορές κάνουν το κορόϊδο....Συνήθως λοιπόν κάθομαι στη βεραντούλα μου προφυλαγμένος απ' τους χοντρούς τοίχους του σπιτιού και αναπολώ, σκέφτομαι ή ακούω μουσική. 
Σήμερα όμως δεν έχω κέφι για τίποτε ανάλογο. Δεν ξέρω τι θέλω. Έχω ανάγκη να βγω,όμως δεν το αποτολμώ. Μου φαίνεται εξαιρετικά παρακινδυνευμένο. 
Στην καλύτερη περίπτωση θα κάτσω σε κάποιο καφενείο μόνος μου και θα ψάχνω κάποιο γνωστό ν' αρθρώσω μια κουβέντα. Ρε με θυμάσαι, είμαι ο τάδε, τι κάνεις ? Αυτός θα με κοιτάξει με το γνωστό ειρωνικό ύφος : Τι κάνεις καλά είσαι ? Και θα προσανατολιστεί κάπου όπου θα αισθάνεται πιο άνετα..Εγώ θα υποκρίνομαι τον αδιάφορο ενώ από μέσα μου θα βράζω. Έτσι η μοναξιά μου θα ενταθεί σε επικίνδυνο βαθμό. Στο τέλος θά' ρθει δίπλα μου να κάτσει κάποιος αποκλεισμένος απ' τη ζωή ή κάποιος μοναχικός γέροντας που δεν έχει που την κεφαλή κλείναι ! Και τότε δυστυχώς θα βλέπω σ' αυτόν τον εαυτό μου ή την προέκταση του εαυτού μου...
Στη χειρότερη περίπτωση θα κάτσω μόνος και θα κοιτάζω τους άλλους σαν χoλερικός. Οι άλλοι θα ρίχνουν από μακριά κλεφτές ματιές και θα συλλογίζονται χαιρέκακα : Ας τον τον κερατά μόνο του που μας κάνει τον καμπόσο ! Ας τον εκεί να τιμωρηθεί !
Οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν τους κανόνες τους : Για να σου δώσει κάποιος σημασία, πρέπει να του μοιάζεις, νά' χετε κάτι κοινό  στον τρόπο συμπεριφοράς. Πρέπει να υπάρχει ένας κοινός κώδικας. Και μη λεκτικός πολλές φορές. Ένα κλείσιμο του ματιού, μια χειρονομία, μια έκφραση. Πρέπει επίσης σ' αυτό το αλισβερίσι να είσαι συνεπής, σωστός. 
Αν ο άλλος παρατηρήσει ανακολουθίες  τότε δικαιολογημένα «κόβει λάσπη» και πηγαίνει αλλού...
Γι αυτό κάθομαι μέσα ήσυχος σαν φυλακισμένος. Όμως σήμερα κάτι δεν πάει καλά. Έχω μια ανησυχία. Η βουή της πλατείας μ' ενοχλεί. Θέλω να βγω λίγο έξω αλλά διστάζω...Προσποιούμαι ότι έχω ξεχαστεί και παρακολουθώ μια σαύρα που έχει σκαρφαλώσει στο ταβάνι και περπατάει ανάποδα χωρίς να πέφτει ! Πως το κάνει ? Μήπως έχει καταργήσει τη βαρύτητα ?
Γυρίζω πίσω και βλέπω ξαφνικά τρεις χωριανούς να με κοιτάζουν βλοσυρά....
-Εσύ τι κάνεις εδώ ?
-Γιατί δεν βγαίνεις έξω ?
-Σου έχουμε κάνει κάτι ?
Κλείνω τα μάτια μου και χάνονται ! Δεν ξέρω αν είναι η φαντασία μου... Ξαναεμφανίζονται.
-Κοίταξέ τον ύφος που έχει ....
-Ποιος νομίζεις ότι είσαι ρε ?
-Γιατί δεν θες να μας δεις αφού είσαι καλό παιδί και ξέρουμε ότι μας αγαπάς ...
-Έλα έξω δεν πρόκειται να σ'ενοχλήσουμε !
-Έχεις να κρύψεις κάτι ?(Λέει ο ένας πονηρά)
-Πως τα καταφέρνεις και κάθεσαι μονάχος ?
-Έλα να πιεις ένα κρασί 
-Βγες έξω, θα τρελαθείς εδώ μέσα !
-Άσε τα βιβλία, τα βιβλία δεν σε βοηθάνε, σκέφτεσαι, σκέφτεσαι και στο τέλος τα χάνεις....
-Ζεις στο δικό σου κόσμο ! Βγες έξω να δεις τη ζωή ! Τη πραγματική ζωή ! Τα προβλήματα της καθημερινότητας : Πως θα ασχοληθείς με πρακτικά πράγματα, να επιδιορθώσεις μια πόρτα, ένα πόμολο, μια ηλεκτρική συσκευή, εδώ μέσα είσαι άχρηστος...
Ένας απ' αυτούς αλλάζει σιγά-σιγά μορφή και το πρόσωπό του αρχίζει να μοιάζει με το δικό μου...
-Αφήστε τον σε μένα παιδιά ! Έλα εδώ σε μένα φιλαράκο !
Εγώ σε ξέρω καλά δεν μου ξεφεύγεις.... Δεν μου λες ξέρεις κάτι για τη γίδα του Διονύση ?
Ακούγεται ότι δήθεν αγαπάς τα ζώα και κόβεις τα σχοινιά και τ' απελευθερώνεις. Είναι αλήθεια ?

Αποφασίζω να βγω μια βόλτα μόνος μου. Θα περπατήσω λίγο για ν' αλλάξω παραστάσεις. Τι ωραία που είναι ! Ο ήλιος, η θάλασσα, τα πουλιά, πιο κει ένα άλογο, τα δέντρα, οι πέτρες, τ' αγέρωχα βουνά, τα σύννεφα ....Μυρίζει θυμάρι. Όμως κι αν όλ' αυτά σου δίνουν την αίσθηση της ελευθερίας, όταν σκέφτομαι τον κόσμο του χωριού με πιάνει μια ασφυξία, ένα σφίξιμο.
Όμως αυτός που έρχεται ποιος είναι ?
-Γεια σου κύριε Μήτσο !
-Γεια σου, βολτούλα ? (Βαριεστημένο μειδίαμα)
Συνεχίζω..Βαδίζω αργά και παρατηρώ τριγύρω.
Ξαφνικά στη μέση του δρόμου βλέπω μια τρύπα. Σταματώ και προσπαθώ ν' αντιληφθώ το μέγεθος του κινδύνου. Δεν μπορώ ακριβώς να κρίνω πόσο μεγάλη είναι. Είναι αρκετά μεγάλη για να πέσει η ρόδα ενός αμαξιού ή περνάει από πάνω χωρίς καμία επίπτωση ?
Κάνω να φύγω αλλά δεν μπορώ να φύγω άπρακτος. Αυτό που βλέπω με ανησυχεί ιδιαίτερα. Πρέπει οπωσδήποτε να κάνω κάτι για να προφυλάξω τους διερχόμενους οδηγούς. Μα τι δουλειά έχω εγώ μ' αυτό ? Είναι η δουλειά μου ν' ασχολούμαι ? Όχι. ¨Οποιος με δει να καταγίνομαι με τέτοια πράγματα θα με χαρακτηρίσει επιοικως περίεργο.
Όμως εμένα δεν με νοιάζει ! Μια υπερφυσική δύναμη με σπρώχνει κοντά στη τρύπα. Πρέπει να κάνω κάτι. Να δείξω ότι δεν είμαι αδιάφορος αλλά νοιάζομαι για τους ανθρώπους. Έχει χαθεί το φιλότιμο απ' όλο τον κόσμο. Κανείς δεν δίνει διάρα για τους συνανθρώπους του. Εγώ δεν είμαι έτσι. Είμαι διαφορετικός.
Μαζεύω με τις χούφτες μου χώμα και προσπαθώ να γεμίσω τη λακκούβα.Αλλά είναι μάταιο. Ρίχνω και ξαναρίχνω χώμα μα δεν γίνεται τίποτα. Η τρύπα δεν γεμιζει με τίποτα. Ρίχνω και κάποιες πέτρες με ξύλα. Έχω ιδρώσει απ' την αγωνία μου. Τελικά βρίσκω τη λύση να βάλω κάποια ξύλα που να εξέχουν απ' την τρύπα ώστε να φαίνονται από μακριά και να στρίβει έγκαιρα ο οδηγός.
Ανησυχώ για το αποτέλεσμα του δημιουργήματός μου. Ένα αμάξι καθώς πέρασε από πάνω  έσπασε
τα ξύλα. Ο οδηγός άκουσε ένα θόρυβο, φοβήθηκε ότι έγινε ζημιά και πάρκαρε στο πλάϊ για να ζητήσει εξηγήσεις. Μονολογούσε κι έβριζε....Με βλέπει δίπλα στο δρόμο κι αντιλαμβάνεται ότι έχω σχέση με το περιστατικό. Πλησιάζει και τον αναγνωρίζω. Είναι ο κυρ Βαγγέλης. Είναι τεράστιος, έχει μεγάλες πλάτες και χέρια. Βαριά φωνή.
Πλησιάζοντας άρχισε να ηρεμεί κάπως. Κοίταξε την τρύπα δίπλα μου και προσπάθησε να βγάλει άκρη...Γιατί δεν ειδοποιείς το δήμο ? Μου λέει.
-Μπα δεν βγαίνει τίποτε. Ως που νά'ρθει...
Με πιάνει με τη χερούκλα του απ' τον ώμο και μου λέει : Φίλε μου μην ασχολείσαι με τέτοια πράγματα,θα μπλέξεις χειρότερα. Και φεύγει....
Εγώ έχω κολλήσει με το θέμα. Ξέρω ότι δεν βρήκα κατάλληλη λύση, αλλά προσωρινή και καλά θα ήταν να κάτσω να σκεφτώ τι άλλο θα μπορούσα να κάνω...
Περπατώντας προς τα κάτω, βλέπω κάτι που μ' ανησυχεί περισσότερο. Κι άλλες τρύπες παρακάτω πολλές. Πρέπει να κάνω κάτι. Να παρέμβω. Δεν αισθάνομαι καλά με τον εαυτό μου. Πρέπει εγώ....έχω προσωπική ευθύνη....δεν είμαι άχρηστος...
Αποφασίζω να φύγω. Καθώς απομακρύνομαι δεν μπορώ να ησυχάσω. Θέλω να γυρίσω να προλάβω το κακό που είναι σίγουρο ότι θα γίνει !Θα ήθελα όλη νύχτα και όλη μέρα να κάτσω εκεί στο δρόμο και να προειδοποιώ τους οδηγούς για τον κίνδυνο που διατρέχουν. Να σηκώνω τα χέρια ψηλά και να τους ειδοποιώ να κόβουν ταχύτητα.
Γυρίζω στο σπίτι ζαλισμένος και νευριασμένος. Το μυαλό μου έχει κολλήσει στην τρύπα και έχω εφιάλτες. Βλέπω χιλιάδες τρύπες και μέσα σ' αυτές πέφτουν αυτοκίνητα. Απ' τ' αυτοκίνητα βγαίνουν οδηγοί με σπασμένα πόδια, κομμένα χέρια, χτυπημένα κεφάλια,παντού δακτυλιές από αίματα. Μέσα στις τρύπες διακρίνω τα κεφάλια των χωριανών μου να γελάνε ειρωνικά και μετά να με κατηγορούν ότι εγώ φταίω για το κακό. Είμαι το εξιλαστήριο θύμα. Μάλιστα ο κυρ Βαγγέλης κατά πάσα πιθανότητα έχει διαδώσει σ' όλο το χωριό ότι εγώ έχω άμεση σχέση με τις λακκούβες. Ίσως μάλιστα εγώ τις δημιούργησα για να κάνω κακό στους χωριανούς.
Δεν αισθάνομαι καλά. Η μαύρη τρύπα μου έχει κολλήσει στο μυαλό και τη σκέφτομαι συνέχεια. Πάω να σκεφτώ κάτι άλλο, να κάνω κάτι άσχετο και διαρκώς επισημαίνει την παρουσία της. Συνέχεια, συνέχεια, εμμονικά μου τριβελίζει το μυαλό.Σιγά-σιγά η έμμονη ιδέα γίνεται πόνος στο κεφάλι και σφίξιμο. Καθώς η σκέψη απομακρύνεται λίγο, αφήνει πίσω  το αποτύπωμά της, ένα σφίξιμο στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού. Κάνω λίγο μασάζ στο σημείο αυτό αλλά τίποτα.
Με πήρε λίγο ο ύπνος. Με δυσκολία κοιμήθηκα δύο ώρες. Το υπόλοιπο της νύχτας στριφογύριζα στο κρεβάτι μου και ίδρωνα απ' το άγχος.
Σηκώθηκα αργά με άσχημη διάθεση, παραιτημένος και θυμωμένος με τον εαυτό μου. Έχω μια όψη κακόμοιρη κι έχω αποβάλλει επίτηδες όλη τη περηφάνια που συνήθως προβάλλω προς τα έξω. Δεν ξέρω τι  να κάνω, νομίζω ότι το καλύτερο είναι να έρθω σε επαφή με τους άλλους. Μόνος μου αποκλείεται να βρω λύση πάντως.
Στην πλατεία συναντάω τον Μίλτο που με καλεί να κάτσω δίπλα του, έναν μουστακαλή μάγκα  που έχει πιάσει στασίδι απ' το πρωΐ και πίνει μπύρες, ενώ προφανώς ζητάει παρέα και άλλοθι για να συνεχίσει να πίνει...Πείθομαι εύκολα μιας και η βούλησή μου έχει αποδυναμωθεί.
Αρχίζω να πίνω άκριτα. Θέλω να ξεχάσω αυτό που είμαι. Δεν τον γουστάρω τον εαυτό μου, θέλω να γίνω κάτι άλλο. Αρχίζω να συμπεριφέρομαι περίεργα. Οι άλλοι το καταλαβαίνουν. Γελάνε ειρωνικά Παραδίπλα σε μια παρέα-πήρε τ' αυτί μου- συζητάνε για μένα ότι έριχνα χώμα και ξύλα σε κάτι λακκούβες και έσπαγαν τα διαφορικά των διερχόμενων αυτοκινήτων Ένας άλλος με παρομοίασε με σκαντζόχοιρο.. Γελάνε ειρωνικά και σκουντάει ο ένας τον άλλον. Κάνω λίγο έτσι να χορέψω για πλάκα. Ένας μου βάζει τρικλοποδιά και πέφτω κάτω. Όλα γυρίζουν γύρω μου....
Σε λίγο σκάει μύτη στην πλατεία ένα σαραβαλιασμενο αμάξι και σταματάει. Βγαίνει ένας τύπος άγνωστος που τρεκλίζει σα να έχει χτυπήσει.« Έπεσα σε κάτι λακκούβες εδώ πιο πάνω στο δρόμο» εξηγεί. «Τι μου λες σοβαρά ; Απίστευτο» απαντούν με υποκρισία οι χωριανοί σα να μην ξέρουν τίποτα...
Εγώ νιώθω μια αγαλλίαση να διαπερνά τα σπλάχνα μου ! Ο πόνος στο κεφάλι εξαφανίστηκε και νιώθω δικαιωμένος....Θα σας δείξω εγώ λέω. Κάτι σαν αγκάθια φανήκαν γύρω απ' το σώμα μου....


Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Γατοποντίκι





Παρατηρώ πως ένα γατάκι κουβαλώντας ένστικτα και εξελικτικούς κανόνες αιώνων, προσποιείται ότι κυνηγάει ένα ποντίκι : Βλέπει κάποιο αντικείμενο που κινείται περίεργα και φαντάζεται ότι είναι ζωντανό, παίζει μαζί του, το γρατζουνάει, το σπρώχνει, το κλωτσάει και μετά το αρπάζει με το στόμα του. Το αφήνει λίγο και ξαφνικά γυρίζει απότομα και το αρπάζει. Σα να είναι ποντίκι. Έτσι μοιάζει όλη αυτή η διαδικασία να είναι πρόβα κυνηγιού, προετοιμασία για την πραγματική ζωή...
Παίζει μ' ένα αντικείμενο που φαντάζεται ότι είναι ζωντανό.
Το αφήνει λίγο δήθεν και κατόπιν του επιτίθεται.
Η μεγαλύτερη γάτα πάλι που έχει στην κυριαρχία της κάποιο πραγματικό ποντίκι συμπεριφέρεται με τον ίδιο πανομοιότυπο τρόπο. Μοιάζει δηλαδή κι αυτή να φαντάζεται ότι το πραγματικό ποντίκι δεν είναι  κάτι ζωντανό, αλλά απλά είναι αντικείμενο για τροφή. Γι αυτό και τελικά το τρώει αφού για λίγο ή πολύ ταλαντεύεται ανάμεσα στην εικόνα του αντικείμενου τροφής και του ζωντανού πλάσματος που τρέχει απεγνωσμένα να γλυτώσει τη ζωή του.
Τελικά δεν ξέρεις αν το γατάκι μιμείται τη γάτα ή το αντίστροφο.
Φαίνεται ότι η γάτα για λίγο συναισθάνεται τον πανικό και το πάθος για επιβίωση του ποντικιού. Και ίσως ίσως του δίνει μια ευκαιρία να ζήσει απελευθερώνοντάς το προσωρινά !
Καθώς όμως το βλέπει ν' απομακρύνεται και μοιραία μ' αυτό τον τρόπο να χάνει τον μεζέ παύει να συναισθάνεται το θύμα και ξαναγίνεται το παλιό αρπακτικό που καθήκον έχει να ορμήξει και να το γραπώσει.
Αυτή η συμπεριφορά της γάτας μάλλον έλκει καταγωγή από πιο παλιά χρόνια όπου αυτή αισθανόταν θύμα κάποιου μεγαλύτερου ζώου που την κυνηγούσε !
Έτσι λοιπόν βλέπουμε τη γάτα να γίνεται πάλι παιδί και να παίζει ένα παιχνίδι αφού δεν μπορεί ν' αποφασίσει με το μυαλό της αν το ποντίκι είναι φαγητό ή ζωντανό πλάσμα που της μοιάζει.
Αυτή τη συμπεριφορά ας πούμε δεν την έχει απέναντι σ' ένα πουλί. Ίσως το ποντικάκι της θυμίζει γατάκι. Πολλοί άνθρωποι κρίνοντας τη συμπεριφορά αυτή της γάτας απέναντι στο ποντίκι μιλάνε για σαδισμό και διασκέδαση της γάτας με το φόβο και πόνο ενός άλλου ζώου.
Εύκολα και επιπόλαια συμπεράσματα.
Η γάτα παίζει όχι τόσο με το ποντίκι, όσο με την ιδέα που έχει στο κεφάλι της για την πραγματικότητα...Τι είναι αυτό που βλέπει απέναντί της ? Είναι τροφή, φαγητό, μια διέξοδος για την επιβίωσή της ή αναπαράσταση της ίδιας της της ζωής ?
Την ίδια στιγμή που κυνηγάει το ποντίκι κι  αποφασίζει για τη ζωή ή το θάνατο του αισθάνεται ότι κάποιος άλλος έχει αποφασίσει για τη ζωή ή το θάνατό της. Ο φόβος του ποντικιού είναι ο φόβος της , η αγωνία του η δική της αγωνία.
Το έχει βιώσει αυτό έντονα, γι αυτό όταν έρχεται να ζητιανέψει λίγο φαγάκι από μια νοικοκυρά γίνεται ένα μικρό αδύναμο ποντικάκι, συρρικνώνεται και κλαίει ......νιάουουουουου.......



Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Τα παιδικά χρόνια είναι η αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να αφυπνίσει έναν καινούργιο κόσμο...






Η παράλληλη θορυβώδης γειτονιά μπόλιαζε τη σχετικά ήσυχη δική μας με δόσεις έντασης, περιπέτειας  και πρόκλησης. Κατέστρεφε τη νιρβάνα μας. Κάποια στιγμή ερχόταν ο Βασίλης με μήνυμα από τους δίπλα να παίξουμε «μπαζ» !
Τι ήταν το μπαζ ? Μάλλον η λέξη προέρχεται από τη λέξη μπάζα, ο πατέρας μου το έλεγε «αμάδες»...
Κατ' αρχάς έπρεπε να βρούμε κομμάτια μάρμαρο και μάρμαρα υπήρχαν μπόλικα από τις γύρω οικοδομές. Στη χειρότερη περίπτωση φθάναμε μέχρι το νεκροταφείο, όπου υπήρχαν τεράστια κομμάτια !
Το επόμενο βήμα ήταν θορυβώδες και κοπιαστικό. Έπρεπε να σπάσουμε ένα κομμάτι μάρμαρο σε επί μέρους κομμάτια και αυτά να τα λειάνουμε γύρω-γύρω, τρίβοντάς τα στο πεζοδρόμια ή χτυπώντας τα με μια σκληρή πέτρα. Όσο πιο στρογγυλό κομμάτι είχες τόσο καλύτερος παίκτης ήσουν !
Αφού γινόταν λοιπόν αυτή η προετοιμασία μετά τα υπολείμματα απ' το αρχικό κομμάτι τα τοποθετούσαμε στη σειρά, το ένα δίπλα στο άλλο κάθετα στο δρόμο. Τότε δεν υπήρχαν αυτοκίνητα- ήσαν σπάνια- και καταλαμβάναμε ανενόχλητοι το δρόμο. Το πρώτο κομμάτι αριστερά- συνήθως το μεγαλύτερο- το ονομάζαμε μπαζ, το δεύτερο παράμπαζο, το τρίτο τρίμπαζο, τετράμπαζο κ.ο.κ.
Ο καθένας κρατούσε στο χέρι του ένα μάρμαρο και μια αρμαθιά κλασικά-μίκυ μάους.
Η λέξη κλασικά ή μίκυ μάους περιελάμβανε μια σειρά από εβδομαδιαία περιοδικά κόμιξ, όπως :
Ποπάϋ, Σεραφίνο, μίκυ μάους, Μπλεκ, Ζαγκόρ, Όμπραξ, κλασικά εικονογραφημένα.
Η διαδικασία του παιχνιδιού ήταν η εξής : Ξεκινώντας απ' τη σειρά των τοποθετημένων μαρμάρων έριχνε ο καθένας το μάρμαρό του όσο το δυνατόν μακρύτερα. Αυτός που έριχνε πιο μακριά είχε το δικαίωμα να ρίξει πρώτος προς τη σειρά των μπαζ ! Μετά ο πιο κοντινός και όμοια ο επόμενος...
Ο πρώτος λοιπόν στόχευε το μπαζ- το πρώτο δηλαδή- ή στη χειρότερη περίπτωση το παράμπαζο ή το τρίμπαζο.....Αν έριχνε με το μάρμαρό του το μπαζ έπαιρνε όλα τα περιοδικά που είχαν μπει στο στοίχημα, αν έριχνε το παράμπαζο όλα πλην από ένα, αυτού δηλαδή που θα το έριχνε πιο γρήγορα !
Πολλές φορές έμενε μόνο του το μπαζ και το έριχνε ο τελευταίος δηλ ο πιο κοντινός αφήνοντας αλώβητο το δικό του περιοδικό.
Κάποιος που δεν ήθελε να διακινδυνεύσει έπαιζε κοντά δηλαδή τρίτος απ' το τέλος ή δεύτερος και είχε πολλές πιθανότητες να κερδίσει τουλάχιστον το δικό του, αν πετύχαινε από τόσο κοντινή απόσταση βέβαια τα εναπομείναντα μάρμαρα !
Όσο πιο μακριά βρισκόταν η θέση κάποιου, είχε μεν την ευκαιρία να παίξει πρώτος, όμως τόσο πιο δύσκολo ήταν να πετύχει μπαζ !
Το παιχνίδι το συνόδευαν κραυγές, φασαρία, μαλώματα, αποδοκιμασίες.
Συνήθως κέρδιζαν λίγοι, έχαναν οι πολλοί, οι κερδισμένοι έφευγαν με κρυφόγελα και οι χαμένοι έπεφταν σε απελπισία. Έτσι είναι τα τυχερά παιχνίδια.
Το ίδιο παιχνίδι παιζόταν και στα γιαλένια, χρωματιστοί, γυαλιστεροί βόλοι που τους εκτοξεύαμε  με τα δύο δάκτυλα : αντίχειρα και δείκτη.

Ας μείνουμε λίγο στα κόμιξ....
Ο πατέρας μου ήταν ένας μη σπουδαγμένος άνθρωπος, αλλά με σεβασμό για τη μόρφωση. Θεωρούσε την παιδεία μια χαμένη ευκαιρία για κείνον και αισθανόταν άσχημα που είχε καταφέρει -μέσα στον πόλεμο -να πάει μόνο στην πρώτη τάξη του γυμνασίου ! Παρ' όλ' αυτά υπερηφανευόταν διότι είχε κερδίσει το πρώτο βραβείο- έναν κουμπαρά- σε διαγωνισμό έκθεσης με θέμα την αποταμίευση !
Διάβαζε τακτικά εφημερίδα, σπάνια όμως βιβλία. Τη βιβλιοθήκη μας κοσμούσαν βιβλία που είχε αναδείξει η αντικομμουνιστική προπαγάνδα της χούντας όπως : το «πιστεύω» του Παπαδόπουλου, «μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς» (Σολτζενίτσιν), «το σιδηρούν παραπέτασμα», «οι εχθροί της πατρίδας» και άλλες τέτοιες αηδίες, τα οποία δεν διάβαζε ο ίδιος, όμως από φόβο και δειλία προς το καθεστώς είχε τοποθετήσει στην πρωτοκαθεδρία...
Πιο μικροί εμείς είχαμε τρέλα με τα πολεμικά. Ζωγραφίζαμε συνέχεια στρατιώτες, τανκ, αεροπλάνα.
Θαυμάζαμε τον Χίτλερ και την πολεμική του μηχανή. Αρχίσαμε τότε να αγοράζουμε σε τεύχη την ιστορία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου !
Παράλληλα διαβάζαμε και πολεμικά κόμιξ όπως : μάχη, δράση, πόλεμος, περιπέτεια....
Την περίοδο εκείνη λοιπόν είχε ο πατέρας μου κάποιο γνωστό βιβλιοπώλη στον Πειραιά και ψώνιζε βιβλία σε καλή τιμή.
Οι επιλογές ήταν μάλλον του βιβλιοπώλη ο οποίος εν μέσω χούντας τώρα κι ενώ ήξερε ότι διέτρεχε κίνδυνο, του πρότεινε βιβλία που αν μη τι άλλο έδειχναν ανοικτό μυαλό όπως : Αποχαιρετισμός στα όπλα (Εριχ Μαρία Ρεμάρκ), Για ποιον κτυπάει η καμπάνα (Χέμινγουέϊ), Η Παναγία των Παρισίων (Ουγκώ), Οι εργάτες της θάλασσας (Ουγκώ), Υιέ μου υιέ μου και για ξεκάρφωμα : Φον Κανάρης, Βυθίσατε το Βίσμαρκ, Μάτα Χάρυ, Τα ρομπότ του Χίτλερ που του άρεσαν πιο πολύ του αδελφού μου.
Επίσης ο πατέρας μου είχε φιλία με κάποιο γέρο βιβλιοπώλη στην περιοχή μας-τον κυρ Στέλιο- που είχε μεγάλη συλλογή κλασικών εικονογραφημένων. Ο καλός αυτός παππούς εκείνη τη δύσκολη οικονομικά περίοδο μας είχε δώσει το ελεύθερο να δανειζόμαστε όσα θέλουμε κλασικά εικονογραφημένα.
Αυτή ήταν η πρώτη μας επαφή με τη λογοτεχνία. Έτσι γνωρίσαμε έργα όπως : Έγκλημα και τιμωρία,
Μιχαήλ Στρογκόφ, Η ανταρσία του Μπάουντι, Από τη γη στη Σελήνη, Ρήγας Φεραίος, Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας...
Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερο τρόπο απ' αυτόν για ένα παιδί ώστε να πλησιάσει την κλασική λογοτεχνία. Αν δεν υπήρχαν τα κόμιξ δεν θα ξημεροβραδιαζόμασταν αργότερα πάνω από χοντρά βιβλία του Ουγκώ...
Τι ίσχυε απ' τα δύο ? Ότι δεν αντέχαμε την καθημερινότητα και κλεινόμαστε στο σπίτι για να διαβάσουμε  ή ότι μας άρεσε τόσο πολύ η πνευματική ζωή ώστε δεν προλαβαίναμε να βγαίνουμε έξω ? Οπωσδήποτε κάτι ενδιάμεσο..
Και οι δυο είχαμε οξυμένη φαντασία. Διαβάζαμε κι έτρεχε το μυαλό μας. Δημιουργούσε συνειρμούς, έπλαθε ιστορίες, εικόνες, έκανε συλλογισμούς. Απ' τα πρώτα βιβλία που διάβασα πρέπει να ήταν του στυλ : Νέοι Ροβινσώνες, όπου μια οικογένεια ναυαγεί σ' ένα εξωτικό νησί και κει φτιάχνουν ένα σπίτι εκ των ενόντων. Υπάρχει διάχυτος ο κίνδυνος της ύπαρξης κάποιων ιθαγενών που ζουν εκεί κοντά.Ένα μυθιστόρημα που υμνεί την οικογένεια, τη δημιουργικότητα, το πνεύμα εξερεύνησης. Η αρχή είχε γίνει βέβαια με κάτι ενδιάμεσο ανάμεσα σε κόμιξ και λογοτεχνία όπως ήταν ο Ταρζάν, μικρός κάου-μπόϋ, μικρός σερίφης,
Επίσης ο κυρ Στέλιος μας είχε χαρίσει τόμους της Διάπλασης των Παίδων με εκδότη τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, ένα καταπληκτικό περιοδικό της περασμένης γενιάς βέβαια, με  πολύ υλικό μέσα, όπως ιστορία, εξωτικές περιπέτειες, σκίτσα και ποίηση.
Σ' όλ' αυτά τα διαβάσματα πρωταρχικό ρόλο έπαιζε ο αδελφός μου, που με καθοδηγούσε πνευματικά χωρίς να το θέλει πολλές φορές. Πρώτα αυτός διάβαζε κάτι και μου το πρότεινε !  Πολλές φορές μαλώναμε για το ποιος θα πρωτοδιαβάσει κάτι, συζητούσαμε ατέλειωτα για τις ιστορίες αυτές και νοιώθαμε την ίδια συγκίνηση !
Οι συναντήσεις τώρα με φίλους ήταν πιο αραιές. Συνοψούντο σε μακρινές εξορμήσεις με ποδήλατα και συγκεντρώσεις στο κουβούκλι της ταράτσας του Βασίλη για μονόπολη....


Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Τα παιδικά χρόνια είναι η αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να αφυπνίσει έναν καινούργιο κόσμο...



          Όλοι οι γείτονες συγκεντρωμένοι κι αγαπημένοι γύρω στα 1963. Τέτοιες φωτογραφίες δεν πρόκειται να επαναληφθούν αργότερα...


Καθ' όλη τη διάρκεια της μέρας περνούσαν γυρολόγοι, πραματευτάδες, μικροεπαγγελματίες, πλασιέ, δοσατζήδες, γύφτοι καρεκλάδες, μανάβηδες, ψαράδες, είδη προικός, περιφερόμενοι θίασοι όπως κλόουν, αρκουδιάρηδες.
- Παλιατζής, οοοοοοο Παλιατζής !
- Ασβεστάς, ασβέστικααααα !
- Μεγεθύνω φωτογραφίες.....
- Αμπία μπία, αμπία μπία
- 'Ελα Μαριώ κάνε τη Βουγιουκλάκη !
- Ο μανάβης, πεπόνια, καρπούζια έχω !
- Ο γανωματής.....

Όλοι αυτοί οι περιφερόμενοι έδιναν ζωή στη γειτονιά, έβγαιναν οι νοικοκυρές και κάθονταν με τις ώρες στο μανάβη, συζητούσαν, κουτσομπόλευαν, χασκογελούσαν. Δεν χρειάζονταν τηλεόραση τότε να κλειστούν μέσα, το θέαμα βρισκόταν έξω στο δρόμο ζωντανό ! Και η συνεύρεση εύκολη. Έπιανες κουβέντα με το τίποτα με οποιοδήποτε ξένο.Τη δεκαετιά του 60 γύρω φτωχικά σπιτάκια, ισόγεια τα περισσότερα με βεραντούλα και κήπο μπροστά. Ο δρόμος χωματόδρομος και αρκετά σπίτια δωματιάκια-δωματιάκια γύρω από μια κεντρική αυλή. Μερικά σπίτια είναι πλινθόκτιστα, αλλού παράγκες και υπάρχουν στην αυλή κότες, κατσίκια, κουνέλια. Θυμάμαι επίσης πηγάδια στις αυλές.
Βλέπω κάτι παλιές φωτογραφίες όπου οι γείτονες είναι όλοι μαζί παρέα και τρώνε. Δεν υπάρχουν ακόμη  τότε μιάσματα, περίεργοι, κακοί, ζηλόφθονοι παρά μόνο άνθρωποι που ήρθαν από μακριά, άλλος απ' τον Πόντο, άλλος απ' τη Μικρά Ασία, άλλος απ' τα νησιά, άλλος απ' την επαρχία και έχουν όνειρα να μεγαλώσουν παιδιά, να φτιάξουν σπίτια, έχουν σκοπό την πρόοδο και δυστυχώς τη κατανάλωση όλο και περισσότερων προϊόντων....Ακόμη είναι απλοί, δίνει ο ένας ότι έχει και στον άλλον, αργότερα όμως μετά το 70 θα πέσει σαν κατάρα πάνω τους η ζήλια. Πως αυτός πήρε αμάξι ? Να πάρεις κι εσύ. Πως έφτιαξε αυτός διώροφο ? Να φτιάξεις κι εσύ, Κι ενώ όλοι ήταν μονοιασμένοι, μιλούσαν κι έκαναν παρέα, παραθέριζαν στο ίδιο μέρος, έτρεχαν ο ένας στο σπίτι του άλλου για το παραμικρό, ξαφνικά μ' ένα μπαμ, όλοι κλείστηκαν στο «καβούκι» τους, δεν έλεγαν καλημέρα, κοιτούσαν με κακία, γίνονταν ομηρικοί καβγάδες για μια σπιθαμή γης, γιατί μου πήρες τον τοίχο μου, γιατί μου έκλεψες οικόπεδο, θα φωνάξω την πολεοδομία και άλλα τέτοια. Τότε έβλεπες ανθρώπους στριμωγμένους στα μπαλκόνια να κάθονται και να παρατηρούν τους υπόλοιπους χωρίς να τολμούν όπως πρώτα να κατέβουν στο δρόμο, παρά μόνο όταν επρόκειτο για καβγά ! Τα παιδιά σιγά σιγά μάθαιναν κι αυτά σ' αυτό τον τρόπο ζωής, δηλαδή της απομόνωσης και αργότερα όταν πια μετά το 80 άρχισαν να σκάνε μύτη οι πρώτες πολυκατοικίες, ήταν πια έτοιμα να συνηθίσουν τον καινούργιο «πολιτισμένο» τρόπο ζωής όπου ο ένας πάνω στον άλλον  μαζεύονται, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, με έτοιμα πάρκιν γι αυτοκίνητα και μπαλκόνια για παιδότοπους. Το παλιό ενδιαφέρον έγινε σιγά-σιγά φόβος και ο φόβος έγινε παντελής αδιαφορία.

O  Γιώργος ο κλέφτης...
Ήταν το μίασμα της γειτονιάς. Δεν ήταν μόνιμος κάτοικος αλλά παροδικός ενοικιαστής κάποιου σπιτιού. Το έγκλημα του ήταν ότι είχε υποπέσει κάποτε στο «αμάρτημα» της κλοπής και μάλιστα είχε συλληφθεί απ' την αστυνομία. Ξέρετε πως ήταν τότε. Μαζεύονται οι αστυνομικοί με ύφος αλαζονικό σαν να έχουν συλλάβει το Ντον Κορλεόνε, κουτσομπόλες απ' έξω, σούσουρο κι ο εγκληματίας με σκυμμένο κεφάλι απαρηγόρητος....
Αφ' ότου είχε ξεμπλέξει με την αστυνομία, δούλευε σαν «κοράκι» στο νεκροταφείο- άλλη ταπεινωτική εργασία κι αυτή- όμως του είχε μείνει το προσωνύμιο και η ρετσινιά. Όλοι ήξεραν ότι είναι κλέφτης. Ο Γιώργος ο κλέφτης !
Δεν μπορώ να στοιχειοθετήσω στο μυαλό μου τα χαρακτηριστικά του προσώπου του.Θυμάμαι ότι αν  και μικρός είχε χρυσά δόντια και ήταν κουρεμένος γουλί. Ήταν επίσης πολύ σοβαρός και κάπνιζε, παράξενα ώριμος για την ηλικία του, μίλαγε σαν μεγάλος. Μιλούσε για τη ζωή με ύφος και πόζα σα να την είχε φάει με το κουτάλι...Μια φορά θυμάμαι είχε φάει εφτά λουκούμια στη σειρά ! Τα έπαιρνε ένα ένα από το μπακάλικο της κυρά Παρθένας και τα έτρωγε επιδεικτικά. Εμείς τον κοιτάζαμε με δέος...

Ο Στάθης ο χοντρός ο γιος της καφετζούς....
Χοντρός και πελώριος τον θυμάμαι να φοράει μια φόρμα στενή με κοντά μπατζάκια. Ορφανός από πατέρα ήταν ο γιος της κυρα Στέλλας της καφετζούς. Μεγάλωνε με τη μάνα και τη γιαγιά του σ' ένα σπιτάκι από κείνα τα προσφυγικά με την κοινή αυλή.
Η μητέρα του ιδιαίτερα έξυπνος άνθρωπος σε πούλαγε και σ' αγόραζε μόνο που σ' έκοβε, εξασκούσε το «επάγγελμα» της «καφετζούς» για αρκετά χρόνια, το οποίο κατά πως φαίνεται ήταν ιδιαίτερα προσοδοφόρο, αφού ο κόσμος μιλούσε για ιδιόκτητο ταξί, εξοχικό στον Ασπρόπυργο και άλλα.
¨Ηταν η ψυχολόγος της εποχής. Σε κοίταζε βαθιά στα μάτια και καταλάβαινε αμέσως τι σε απασχολούσε. Οι απαντήσεις της ήταν επιβοηθητικές της κατάστασής σου. Είχε μια (επίπλαστη ?) κλίση προς τη θρησκεία την οποία δεν την έβλεπε ανταγωνιστικά, αλλά αντίθετα σαν κάτι που ευνοούσε την προσκόλληση στη μεταφυσική, που επίσης αύξανε την πελατεία της.
Ήταν η Στέλλα με τ' όνομα, διάσημη στην περιοχή για τη διορατικότητα και την μαντική τέχνη της.
Βλέπαμε κάθε μέρα να παρελαύνουν στο δρόμο κυρίες καλοντυμένες, με κόμμωση και κοσμήματα και να κατευθύνονται προς το φτωχό σπιτάκι.
Ο Στάθης είχε ξεφύγει...
Η μάνα του -από κοντά- έκανε μύρια όσα για να τον κρατάει σε μια στοιχειώδη ισορροπία αλλά δυστυχώς...
Ότι πιο εξωφρενικό το έβλεπες και το άκουγες απ' αυτόν.
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές επιδείξεις του ήταν όταν έπινε νερό από χωμάτινες νερολακκούβες !
Μια άλλη περιελάμβανε ένα αργόσυρτο ρέψιμο μακράς διάρκειας που συνοδευόταν από δικές μας αποδοκιμασίες αηδίας....
Φαινόταν καλοκάγαθος στην αρχή αλλά δεν αργούσες να καταλάβεις ότι υπήρχε πρόβλημα....Ήξερε τα πάντα για αυτοκίνητα, για οδηγούς αγώνων και στο ποδόσφαιρο του άρεσε να παίζει τέρμα. Ήταν καλός τερματοφύλακας με τα μπλονζόν και τις αποκρούσεις του ! Γυρνούσε και σε άλλες γειτονιές κι έφερνε  έναν αέρα κοσμοπολιτισμού σε μας που αραιά και που τολμούσαμε να ξεμυτίσουμε μακριά απ' την περιοχή του σπιτιού μας.
Ήταν πιο κοντά στην παράλληλη γειτονιά απ' τη δική μας όπου κει μεγάλωναν τα παιδιά ενός κατώτερου θεού ! Παιδιά εργατών και μικροπωλητών μεγάλωναν μέσα στη φτώχεια και την ανέχεια. Παράταγαν το σχολείο από νωρίς και έκαναν διάφορες δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσουν - αφού οικογενειακό χαρτζιλίκι δεν φαινόταν στον ορίζοντα- μη εξαιρουμένων και παράνομων.
Τρελαίνονταν για μηχανάκια: σίμσον και ζούνταπ τα οποία κατείχαν απ' έξω και ανακατωτά. Έκαναν σούζες, κωλιές, σπινιαρίσματα, ότι μπορείς να φανταστείς σ' επικίνδυνη οδήγηση !
Προκαλούσαν, κορόϊδευαν, έβριζαν άσχημα, αλλά είχαν πολύ σπουδαίο κώδικα ηθικής και φιλίας.
Στα κορίτσια, αλλά και στις πιο μεγάλες, κόλλαγαν άσχημα, ιδίως το βράδυ τους έλεγαν βωμολοχίες του στυλ ....άρα μου, .....ιόλα μου  και πολλάκις τους έβαζαν χέρι εν ψυχρώ....
Αλλά και μέρα μεσημέρι αν έβλεπαν καμιά τσαπερδόνα δεν την άφηναν ν' αγιάσει....Την έπαιρναν από κοντά και τη ψήνανε δήθεν ! Τι έβγαινε απ' το στόμα τους ....Κολλητήρια κανονικά.
Το βράδυ δεν τολμούσε να κυκλοφορήσει γυναίκα από κείνη τη γειτονιά..
Αλλά και η ομοφυλοφιλία δεν πήγαινε πίσω εκείνο τον καιρό. Ειδικά όταν έβλεπαν κάποιο απροστάτευτο που δεν λειτουργούσε τέλεια, έπεφταν πάνω του σαν γύπες....
Θυμάμαι λοιπόν μια σκηνή όπου ένας τύπος από κείνη τη γειτονιά , είχε πάρει από πίσω το Στάθη μέχρι το σπίτι του και του κολλούσε φορτικά ! Έλα ρε πάμε να σε....Μέχρι που τον πήρε είδηση η γιαγιά του Στάθη και τον έδιωξε με απειλές και ουρλιαχτά : Φύγε βρε, φύγε βρε θα φωνάξω την αστυνομία ! Αυτός όμως δεν έλεγε να ξεκολλήσει και μάλιστα για να προσελκύσει το υποψήφιο θύμα του, του πετούσε στα πόδια ένα δίφραγκο ! Εμείς κοιτάγαμε από κοντά σαν χαμένα...
Υπήρχε διάχυτη μια μυθολογία για διάφορα  μέρη της περιοχής, όπως του Δράκου το ερείπιο, που μας γοήτευαν να εξερευνούμε και που σκυλοβρομούσαν από ψοφίμια και σκουπίδια. Αυτά λοιπόν θεωρούνταν «ερωτικές φωλιές» το βράδυ και υπήρχε φήμη για όργια που γίνονταν εκεί μέσα. Η παιδική φαντασία λοιπόν δεν ήθελε και πολύ ! Ξεκινούσε από υπολείμματα προφυλακτικών και έπλαθε τερατώδεις ιστορίες διεστραμμένου σεξ...
Η κυρά Στέλλα λοιπόν όπως είπαμε ήταν πολύ έξυπνη γυναίκα αν και αγράμματη, μόλις ο γιος της τέλειωσε με το στανιό το δημοτικό, για να μην κάθεται και αλητεύει, τον έχωσε βοηθό σε κάποιο συνεργείο αυτοκινήτων ! Αργότερα με την ίδια λογική τον πάντρεψε νωρίς-νωρίς μήπως καταφέρει και βοηθήσει κάπως την κατάσταση !
Ο Στάθης ήταν πολύ ενθουσιασμένος με το καινούργιο του επάγγελμα. Όλο για το επιδέξιο αφεντικό του μιλούσε και για τις κατακτήσεις του στο γυναικείο πληθυσμό ! Τότε τα πιο ραλίστικα αμάξια ήταν κάτι NSU. Όλο γύρω απ' αυτά περιστρέφονταν οι κουβέντες του  και πείραζε τα κορίτσια με «εξυπνάδες» διανθισμένες με λέξεις από τη δουλειά του: Θα σου αλλάξω το γκρόβερ ! Ω ρε ένα συσπασιόν ! Μου'φυγε η μπιέλα ! Και άλλα τέτοια...

Οι ψαράδες τ' ουρανού
'Ενα πολύ  διαδεδομένο χόμπυ που έχουν αυτά τα «κακά» παιδιά είναι η διατήρηση περιστεριών !
Σε κάποιες ταράτσες έχουν φτιάξει κουβούκλια συρματοπλεγμένα, κι εκεί μέσα διατρέφουν περιστέρια. Κάθε απόγευμα τα αμολάνε έξω απ' το κλουβί κι αυτά πετάνε ψηλά- χωρίς ν' απομακρύνονται ιδιαίτερα - και κάνουν κύκλους συγκεντρωμένα σε σμήνη...
Το γοητευτικό της απασχόλησης είναι ότι την ίδια ώρα απελευθερώνονται πολλές ομάδες περιστεριών στον ουρανό και τότε ξεκινάει ένα ανταγωνιστικό παιχνίδι όπου ο κάθε παίκτης : καλείται ν' αναγνωρίσει τα περιστέρια του, με σφυρίγματα και κινήσεις των χεριών να τα καθοδηγήσει, αν είναι δυνατόν να καταφέρει να αποσπάσει από άλλη ομάδα κάποια περιστέρια και να τα κάνει δικά του.
Στο τέλος αυτού του «παιχνιδιού» γίνονται αγοραπωλησίες των «κλεμμένων» περιστεριών. Όπως ο ψαράς αγναντεύει τη θάλασσα και στην ουσία αναζητάει πρόσχημα το νόστιμο ψάρι για να βρίσκεται κοντά στο γαλάζιο στοιχείο έτσι κι ο περιστεράς αναζητάει πρόσχημα -την καταδίωξη των ξένων περιστεριών- για ν' αγναντεύει τον ουρανό για ν' ακολουθάει φανταστικά τα περιστέρια στο πέταγμά τους, για να σφυρίζει και να φωνάζει στο υπερπέραν, να συνομιλεί με το φεγγάρι και τ' αστέρια, να στέλνει μηνύματα στον ήλιο. Πως και με τι τρόπο ο λαϊκός άνθρωπος κάνει ποίηση με την ίδια του τη ζωή !
Ο Μπόρας, ο Γωγάκης, ο Κοκώνης, ο Μητρούσιας, ο Σταύρος, ο Καρβούνης γεννήθηκαν φτωχοί. Οι μάνες τους παραδουλεύτρες, οι πατεράδες τους οικοδόμοι, εργάτες, μανάβηδες. Τίποτε δεν τους χαρίστηκε στη ζωή, από τότε που κατάλαβαν τον εαυτό τους έπρεπε να κάνουν οτιδήποτε για να επιβιώσουν : Θελήματα, ακόμα και μικροκλεψιές, δουλειές του ποδαριού. Τα γράμματα τα κοροϊδεύουν, τα υποτιμούν...Είναι μανιακοί με την ελευθερία, το παιχνίδι, τα κορίτσια, τους καβγάδες, τα μηχανάκια, τις αλητείες. Γι αυτούς η ζωή είναι μια περιπέτεια, γι αυτό την αρπάνε απ' τα μαλλιά και την ξεζουμίζουν. Μερικοί σκοτώνονται με μηχανάκι, άλλοι πέφτουν στην παρανομία, στην καλύτερη περίπτωση βρίσκουν μια δουλειά σ' εργοστάσιο ή σε μια βιοτεχνία.
Αρκετοί απ' αυτούς συμμορφώνονται, κουράζονται απ' τις ασωτίες και τα ντράβαλα κι αποστάζουν στην αγκαλιά κάποιας κοπέλας που βρίσκει το κουμπί τους και τους δείχνει τις ομορφιές της νοικοκυρεμένης ζωής : παιδάκια, ένα πιάτο φαΐ, η οικογένεια γύρω απ' το τραπέζι. Οι περισσότεροι όμως θυμούνται εκείνη τη ζωή την αδέσποτη, την επιπόλαιη. Και παραμένουν εκεί, στο περιθώριο.
Ο Μήτσος το χαμένο κορμί λένε ! Ούτε παιδιά, ούτε γυναίκα, κάνει που και που κάνα μεροκάματο, στα καφενεία κοπροσκυλιάζει και στα καπηλειά. Γυρίζει τα βράδια σε μια τρώγλη μεθυσμένος και λίγο πριν τον πάρει ο ύπνος, νοσταλγεί έναν ήλιο, τη ζωή στο δρόμο, τις χαρές, τα γέλια...
Θυμάμαι ένα σφαιριστήριο κοντά στο γ' νεκροταφείο. Βρώμικο, ύποπτο, κακόφημο. Ο Κατάγιας ήταν ένας σγουρομάλλης με καμπάνες που έπαιζε μπιλιάρδο με στοιχήματα. Τι φάλτσα, τι μπουλέδες, τι  σπόντες, γλυψίματα. Ο Μποζατζής παλιός μου συμμαθητής μεγάλη αλήτρα έπαιζε ποδοσφαιράκι. Έπαιζε πάντα μπροστά. Δεν έσφιγγε ποτέ τη τριάδα, αλλά έβαζε γκολ με κοφτό σουτ. Μαγικά πράγματα...

Η μονομαχία με τον Γωγάκη...
Μια φορά ήρθαν δύο απ' αυτούς, ο Κοκώνης κι ο Γωγάκης στη γειτονιά και σαν κάτι να ζητούσαν...
Οι δύο αυτοί ήσαν κολλητοί. Ο πρώτος ψηλός και λίγο γυρτός, ο δεύτερος κοντός και νευρικός.
Ο Γωγάκης είχε τη φήμη ότι έκανε τις καλύτερες σούζες με το μηχανάκι.
Εκείνο το απόγευμα δεν ξέρω πως την είχε δει ήθελε σώνει και καλά να μαλώσει με τον αδελφό μου.
Έλα ρε, έλα ρε μαλώνουμε ?
Έλα ρε, έλα ρε μαλώνουμε ?
Δεν ξέρω τι εικόνα είχαν για μας, μάλλον μας έλεγαν «μαμόθρεφτα», ήξεραν κιόλας ότι ο μπαμπάς ήταν αστυνομικός, ειδικά ο Γιάννης σαν μεγαλύτερος και δυνατότερος, ήταν στόχος...
Ο Γιάννης δοκίμασε ν' αποφύγει τον καβγά, του λέει όχι τώρα, άλλη φορά, σήκω φύγε και τέτοια, εκείνος όμως να επιμένει φορτικά-πιεστικά σχεδόν σαν να ήταν κορίτσι ο αδελφός μου και ήθελε να τον....
Κάποια στιγμή, βλέπει ότι δεν γίνεται αλλιώς, υποχωρεί και τον οδηγεί λίγο πιο πάνω...
Στέκονται στα δυο μέτρα, ο ένας προς τον άλλον με τα χέρια ψηλά στο στήθος σφιγμένα και σε θέση μάχης ....Οι μάρτυρες δίπλα με αγωνία, ο Κοκώνης, ο Νίκος κι εγώ.
Τότε ο  αδελφός μου ξεκινάει απότομα κι αιφνιδιαστικά με καταιγισμό κτυπημάτων. Ο Γωγάκης αποφεύγει την πρώτη, αποφεύγει τη δεύτερη, η τρίτη όμως τον πιάνει από πίσω. Προσπαθώντας κι αυτός ν' αμυνθεί με γροθιές δεν καταφέρνει τίποτε.
Κόντεψε να πέσει κάτω το παλληκαράκι. Καλά ψέλλισε ! Ο φίλος του τον έπιασε απ' τον ώμο τα μάζεψαν κι έφυγαν. Έμεινα σύξυλος να κοιτάζω τον αδελφό μου. Ο Νίκος του έδινε συγχαρητήρια'
-Ρε μαλάκα το σκότωσες το παιδί ! Του λέω.
Δεν κάνουν έτσι μονομαχίες...Δίνεις και στον άλλον μια ευκαιρία. Νευρόσπαστο, καραγκιόζη...
Του λέω και ήθελα να συνδράμω τον ηττημένο...









Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

Τα παιδικά χρόνια είναι η αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να αφυπνίσει έναν καινούργιο κόσμο...

Καταλυτικό ρόλο στις σχέσεις του Τάκη με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς έπαιζε ο αδελφός του ο Γιάννης. Για να το εξηγήσω καλύτερα, ο Κώστας ας πούμε τον αντιπαθούσε τρομερά, όμως ταυτόχρονα συμπαθούσε το Γιάννη και για χάρη του βασιλικού ποτιζόταν κι η γλάστρα ! Υπήρχαν όμως παιδιά όπως ο Νίκος κι ο Βασίλης που μπορούσε να κάνει χωριό ! Περισσότερο όμως τα παιδιά της γειτονιάς έλκονταν απ' το Γιάννη, που πραγματικά τα χαρίσματά του κάλυπταν ικανοποιητικά την αλαζονεία του και πάλι όμως αυτό όχι για πολύ ! Κάποια στιγμή γινόταν πιεστικός σε τέτοιο βαθμό που πια δεν τον αισθανόσουν σαν φίλο ...
Ο Τάκης μοιραία απολάμβανε τα κέρδη από αυτή την άσκηση γοητείας του αδελφού του, όμως αυτό αποδείχθηκε δίκοπο μαχαίρι  μιας και επαναπαύθηκε  κάτω από τις φτερούγες προστασίας του και παρέμεινε άτολμος ν' αρθρώσει έναν κώδικα επικοινωνίας με άλλους ανθρώπους. Φοβόταν ν' ανοιχτεί και μόνο με τον αδελφό του ένιωθε οικία...
Στο σχολείο όμως δοκιμάζονταν πράγματι οι προσωπικές του δυνάμεις. Εκεί έπρεπε μόνος του να δημιουργήσει σχέσεις, να συμπεριφερθεί κατάλληλα, να δει αν μετράει...
Τις πρώτες τέσσερις τάξεις λοιπόν του δημοτικού τις πέρασε στο 12ο δημοτικό με την ίδια δασκάλα η οποία δυστυχώς ακολουθούσε την τάξη του παιδιού της με το οποίο είχε τη «τιμή» να είναι συμμαθητής ! Και λέω δυστυχώς διότι όχι μόνο αυτό - δηλαδή το να είναι κάποιος δάσκαλος του παιδιού του- δεν ήταν και πολύ σωστό παιδαγωγικά, αλλά και διότι τέσσερα ολόκληρα χρόνια είχε πέσει σε παραγκωνισμό. Ο λόγος απ' όσο μπορούσε να εξηγήσει πολύ αργότερα, πρέπει να ήταν ότι αυτός- ο Τάκης -ήταν τελείως διαφορετικός χαρακτήρας από τη δασκάλα ! Αυτή ήταν κάπως επιδεικτική, ενώ εκείνος μάλλον ντροπαλός. Δεν κατάφερε να αναδείξει τα ταλέντα που είχε όπως το γράψιμο κι η ζωγραφική...
Αργότερα σε μια συνάντηση παλιών συμμαθητών την ξαναείδε. Ήταν ίδια εξωτερικά, αλλά φαινόταν να είχε χάσει το στόμφο που είχε, ο λόγος απ' ότι του εξομολογήθηκε όλως περιέργως προσωπικά, ήταν ότι ταλαιπωρήθηκε για χρόνια με τη φροντίδα του άντρα της που είχε χτυπήσει σε τροχαίο και είχε μείνει ανάπηρος, ενώ  έγινε μάρτυρας ενός χαμηλόφωνου καβγά ανάμεσα σ' αυτή και την κόρη της.Δεν αισθάνθηκε καμιά δικαίωση με το περιστατικό, απλά θυμήθηκε μια έντονη εικόνα που είχε απ' αυτή και την κόρη της, στα διαλείμματα, όταν μάταια προσπαθούσε να την ταϊσει μια μπανάνα κι εκείνη αντιδρούσε με σπαρακτικές κραυγές !!!
Κάτι άλλο που του έχει μείνει απ' αυτή σαν εφιάλτης, είναι η τρομάρα που έπαιρνε όταν τον ξυπνούσε η αγριοφωνάρα της και τα συνακόλουθα χαχανητά των συμμαθητών, σε μερικές ευτυχισμένες απόπειρες νοητικής φυγής  απ' το μάθημα : « Κετένογλου που βόσκεις !!!!» μπέρδευε τ' όνομα του με του Κετένογλου αλλά αυτό το είχε επαναλάβει τόσες πολλές φορές, που πια ο Τάκης άκουγε και στο όνομα Κετένογλου.....
Όμως οφείλει να αναγνωρίσει ότι αυτή του έβαλε τις πρώτες βάσεις. Θυμάται πόσο μελωδικά τους έδειχνε πως να κάνουνε ανάγνωση ή πάλι την εντυπωσιακή καλλιγραφία της. Επίσης γεωγραφία, ιστορία...
Ανάμεσα στους συμμαθητές του είχε τη φήμη καλού ζωγράφου.
-Ελα ρε ζωγράφισέ μου ένα ανθρωπάκι !
Στα διαλείμματα υπήρχε μια παραφορά, ένας χαμός....Τρέχανε ουρλιάζανε, χοροπηδούσαν δίχως λόγο ! Καταστρώνανε αυτοσχέδια παιχνίδια, αγκαλιαζόντουσαν, παλεύανε !
Στις αίθουσες μέσα ακόμη θυμάται πως μύριζε το δέρμα απ' τις σχολικές τσάντες, τα μεγάλα πράσινα θρανία τα χαρακωμένα πλήρωναν εκείνα τις ατέλειωτες χαμένες ώρες που δεν περνούσαν με τίποτε. Όμως από κείνα τα χρόνια έχουν μείνει στο μυαλό έντονα κάποιες στιγμές : Όταν έβρεχε και χτυπούσαν οι σταγόνες στα τζάμια, οι κεραυνοί και ο γλυκός φόβος που  ενέπνεαν. Η μυρωδιά του χώματος μετά τη βροχή, το περπάτημα κάτω απ' την ομπρέλα και η ανάγνωση κειμένων του αναγνωστικού με ιστορίες από γραφικούς αγρότες και καλοκάγαθες γιαγιάδες.
               
                                            Αναγνωστικό Β' Δημοτικού 1967
                                                            Το όργωμα
                  «Την  άλλη μέρα οι γεωργοί επήγαν στα χωράφια τους. Επήγαν για να οργώσουν. Τραγουδούν χαρούμενοι. Ο μπάρμπα Σπύρος με το Στέφανο επήγαν από τους πρώτους.....»

                                                            Ο χειμώνας
                                                  «  Ο χειμώνας ήλθε πάλι
                                                    κι όλοι γύρω στο μαγκάλι
                                                    έχουν μαζευτεί
                                                    Ρίχτε κάστανα στη θράκα
                                                    παραμύθια η γιαγιάκα
                                                    θά' ρθη να μας πή.»

Ο μπάρμπα Σταμάτης ο παπουτσής, τσίρι- τσίρι-τσιριτρό-τσιριτρό-τσιριτρό...........
Τα αναγνωστικά είχαν ιστορίες από καθημερινούς βιοπαλαιστές, τη σειρά των εποχών, τη θρησκεία, την πατρίδα, την οικογένεια....Δημιουργούσαν μια εικόνα επίπλαστης ευτυχίας που σπάνια τη συναντήσαμε όταν μεγαλώσαμε. Τους πιο πολλούς απ' αυτούς τους θεσμούς αργότερα τους περάσαμε από χίλιες κρησάρες και αναθέματα,  όμως εγώ προσωπικά αισθανόμουν μια ασφάλεια και μια ηρεμία, τα οποία προετοίμαζαν την επερχόμενη θύελλα ? Δεν ξέρω.
Η πρωϊνή προσευχή ξεκινούσε με έπαρση σημαίας και θρησκευτικό ύμνο : «Συ που κόσμου κυβερνάς και χαρά στη γη σκορπάς...» Φορούσαμε ποδιές και τρώγαμε ξύλο με το χάρακα στην παραμικρή σκανταλιά. Ακόμη θυμάμαι πως έτριβα τα χεράκια μου μετά τις ξυλιές. Οι παλάμες κοκκίνιζαν και πρήζονταν.Θυμάμαι κάτι νοσηρό σαν αίσθηση κι από πείσμα έλεγα ότι δεν πονάω πολύ !
                                           
Ο Τάσος ο βάτραχος
Στη γειτονιά μας έμεναν κι άλλα παιδιά αλλά δεν κάναμε με όλα παρέα. Ο Τάσος λίγο παρακάτω από μας ήταν στην ηλικία του Γιάννη, ήταν ένα ψηλό, μελαχρινό αγόρι, ο εραστής της γειτονιάς, μετέπειτα μποέμ, ισόβιος άεργος. Έπαιζε πολύ καλές ρακέτες, ζούσε σαν πλουσιόπαιδο αφού ο πλούσιος πατέρας του, του είχε κόψει χαρτζιλίκι και κατά καιρούς μας μυούσε στον κόσμο του έρωτα και των ηδονών. Είχε από μικρός πολύ ανεπτυγμένες ορμές και κυνηγούσε σχεδόν μονομανιακά τα όμορφα κορίτσια του δημοτικού σχολείου. Λες και δεν υπήρχε άλλο πράγμα γι αυτόν, κάτι που σε μας φαινόταν περίεργα πρόωρο ή και παράξενο κάπως, αυτός το κατείχε σ' όλες του τις διαστάσεις και πράγματι διέπρεψε σ' αυτό ! Δυστυχώς μόνο σ' αυτό...Μακάρι στη ζωή να είχαμε χρόνο να κάνουμε καλά περισσότερα πράγματα...
Θυμάμαι μας έπαιρνε μαζί του απλά να δούμε  το πιο όμορφο κορίτσι του σχολείου.
Τι χτυποκάρδι Θεέ μου ! Πραγματικό θαύμα να βλέπεις για πρώτη φορά την ομορφιά...Είναι δυνατόν αυτή να είναι η ομορφιά ? Δεν κραυγάζει, δεν έχει θράσος. Στέκεται εκεί, σεμνή, σιωπηλή και τέλεια, σαν μικρό θαύμα.
Όλη μέρα ασχολιόταν με την κόμμωση, τα ρούχα, τις κολόνιες του, τη γυμναστική αν και την τελευταία τη θεωρούσε κάπως ζόρι, ότι δηλαδή κάνει μια φιλάρεσκη δεσποινίς που ψάχνει να βρει γαμπρό.
Γενικά αυτού του παιδιού του άρεσαν τα ωραία, η μόρφωση, οι συζητήσεις, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, ο ευρωπαϊκός μοντερνισμός αλλά όλ' αυτά μόνο επιφανειακά, έτσι για να περνάει η ώρα..
Πήγε στη ζωή του με χίλιες γκόμενες, οι περισσότερες ξένες και διέθετε πλούσιο φωτογραφικό υλικό απ' αυτές τις συνευρέσεις. Τις βλέπαμε με ζήλια να περνάνε τα μεσημέρια στο δρόμο για το σπίτι του. Άλλες με ταγάρια, φουστάνες ή μίνι, παράξενα ντυμένες, κούκλες. Οι περισσότερες απ' αυτές πιθανά θα είχαν την ίδια αντίληψη μ' αυτόν για τη ζωή, δηλαδή το θέμα είναι πως να περνάμε ευχάριστα.. Τις ψώνιζε με πανομοιότυπο τρόπο, στο Κολωνάκι και στη Πλάκα αρθρώνοντας πέντε ψευτοαγγλικά. Όμως ήξερε καλά τη τέχνη. Ήταν άνετος, πλακατζής, πολυλογάς κι ανέμελος. Εξυπνάκιας και πειρακτήρι. Ζούσε σ' ένα κόσμο εικονικό, φανταστικό περισσότερο και όταν μιλούσε τα μισά απ' αυτά που έλεγε ήταν ψέμματα. Αναμείγνυε πραγματικές καταστάσεις με παραμύθια, ανέκδοτα, κορόϊδευε, χλεύαζε δεν μιλούσε ποτέ σοβαρά...
Δεν ωρίμασε ποτέ, δεν σκέφτηκε ούτε μια στιγμή το μέλλον, παρέμεινε ένα  άκακο, ανεύθυνο παιδί, ποτέ δεν καταπιάστηκε με κάτι δημιουργικό, κάτι που θα του μείνει σαν απόθεμα, δεν ήξερε να φτιάξει μια μπρίζα,, να βάψει ένα τοίχο, δεν έκανε ποτέ οικογένεια, απέμεινε μέχρι μεγάλος στο έλεος της μάνας του και  όταν  κόπηκε το χαρτζιλίκι απ' τον πατέρα του είδε τα δύσκολα και  άρχισε να κάνει απολογισμούς , ποιος είναι, που πηγαίνει- ήταν απλά  πια ένας ήρωας της παιδικής ηλικίας που ξέμεινε σε μια ντουλάπα όπως τα κόμικς και τα στρατιωτάκια , όταν το συνειδητοποίησε αυτό δηλαδή τι ήταν πραγματικά, έπαθε κατάθλιψη,  το έριξε στα ναρκωτικά και ησύχασε...
O Γιάννης του είχε βγάλει ένα παρατσούκλι το οποίο η παρέα το περιέφερε στις προσωπικές της κουβέντες χωρίς να τολμάει να τον φωνάξει μ' αυτό, εκτός βέβαια κι έφθαναν στα άκρα εξ αιτίας κάποιου καβγά...Ο Τάσος ο βάτραχος, βάτραχος εξ αιτίας του τρόπου που έτρεχε, άνοιγε πολύ τα πόδια του πίσω όταν έτρεχε....



Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Τα παιδικά χρόνια είναι η αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να αφυπνίσει έναν καινούργιο κόσμο...

Είναι ένα ζεστό καλοκαιρινό μεσημέρι. Κάθεται στη βεράντα του και παρατηρεί ήσυχα πρόσωπα και πράγματα.Τον λένε Νίκο. Το σπίτι του είναι ισόγειο. Μέσα στο πρώτο δωμάτιο είναι ξαπλωμένη η γιαγιά του η Κωνσταντίνα, η μάνα της μάνας του, 75 χρόνων, αρκετά παχιά και με δυσκολία στο βάδισμα.Αυτή έχει γεννηθεί στον Πόντο, μιλάει το ποντιακό ελληνικό ιδίωμα, μαγειρεύει ρώσικα φαγητά,. Έξω στο πεζοδρόμιο υπάρχουν δύο μεγάλοι ευκάλυπτοι. Το θρόϊσμα των φύλλων του κάνει συντροφιά. Δίπλα απ' το σπίτι του βρίσκεται ένα μικρό μπακάλικο, της κυρά- Παρθένας της θείας του- αδελφής της μάνας του. ¨Ολο το σπίτι του βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος της μέρας στη σκιά. Αυτό του φέρνει λίγο μελαγχολία και τον φοβίζει . Μετά ζηλεύει  τ' απέναντι σπίτι που το βλέπει ο ήλιος. Φως-σκιά, άσπρο- μαύρο...
Απέναντι και λίγο αριστερά βρίσκεται ένα διώροφο σπίτι. Είναι του κυρ Μιχάλη του αστυνομικού και της κυρα Ευτέρπης .Ο κυρ Μιχάλης και  η κυρα Ευτέρπη  έχουν δύο αγόρια, το μεγαλύτερο ο Γιάννης και το μικρότερο ο Τάκης. Ο Γιάννης είναι ο αρχηγός της γειτονιάς. Κατ' αρχάς είναι ο μεγαλύτερος, αλλά πέρα απ' αυτό δεν υπάρχει κάτι που ο Γιάννης δεν το κάνει στα παιχνίδια : Πηδάει απ' την ψηλότερη μάντρα, σκαρφαλώνει, τρέχει γρήγορα, παίζει καλή μπάλα, μιλάει και γράφει σωστά, πιο πολύ όμως τα επιδεικνύει όλ' αυτά με έπαρση και μπόλικο εγωϊσμό. Δικαιωματικά έχει πάρει το αξίωμα του αρχηγού. Ο Τάκης βρίσκεται στη σκιά του αρχηγού, όμως δείχνει να «κλέβει» λίγο και να εκμεταλλεύεται τη δόξα του !
Για παράδειγμα αν κάποιος τον πειράξει ή τον προσβάλλει, πείθει εύκολα τον αρχηγό να επιβληθούν απ' τα μέλη της παρέας κάποια μέτρα περιοριστικά εναντίον του ενόχου. Τέτοια μέτρα είναι να τον αποκλείουν απ' τα παιχνίδια. Πολύ σκληρά μέτρα πράγματι.
Είμαστε συμμορία-παρέα ? Όχι μια γειτονιά είμαστε και έχουμε αποκλείσει τις υπόλοιπες γειτονιές...Με τις οποίες ενίοτε κάνουμε πόλεμο. Πόλεμο ? Πετροπόλεμο. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε τραυματίες απ' αυτόν. Εμείς βρισκόμαστε στην οδό Σερρών. Ο κάθετος δρόμος προς τα κάτω λέγεται οδός Κίμωνος. Εκεί μένουν οι : Κυριάκος, Σωτήρης, Ηλίας. Έχουν βρει κάποιο τρόπο, ίσως έχουν νταραβέρι με κάποιο μαραγκούδικο και φτιάχνουν μακριά ακόντια....Από μακριά φαίνονται σαν εχθρική φυλή. Τους βλέπουμε στη γωνία που φωνάζουν και μας προκαλούν. Είναι μέχρι να πετάξει κάποιος την πρώτη πέτρα, μετά γίνεται χαμός. Αλλά τελειώνει γρήγορα το επεισόδιο με την παρέμβαση κάποιας μαμάς αφού γίνει τραυματισμός ή και προτού γίνει...Το «ενοικιαστήριο» , κοινώς το τσιρότο με το μπαμπάκι, είναι το παράσημο του πολέμου ή αλλιώς η απόδειξη του έμπειρου πολεμιστή....
Ο υπαρχηγός της γειτονιάς και πιο άξιος μετά το Γιάννη είναι ο Βασίλης. Συναγωνίζεται τον Γιάννη στα παιχνίδια, είναι «μάστορας» πιάνουν τα χέρια του.  Έχει κάτι πιο λαϊκό απ' τον Γιάννη. Έχει μεγάλες φαρδιές πλάτες, δυνατά χέρια και πόδια. Ριψοκίνδυνος κι έχει ροπή προς τα ατυχήματα... Λύνει και δένει το ποδήλατό του σε μερικά λεπτά. Άργησε να μιλήσει μικρός και του έχει μείνει μια δυσκολία στην έκφραση που συχνά την μετατρέπει σε «σιωπηλή αυστηρότητα». Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν τα πάει καλά στο σχολείο του δημιουργεί ένα υπόλειμμα σε σχέση με τον αρχηγό που τον θεωρεί «ανώτερης κλάσης». Όμως, έχει προσόντα πιο ουσιαστικά απ' τον αρχηγό. , Βοηθάει το συνάνθρωπο, έχει πείσμα, κουράγιο δύναμη.
            Μετά έρχεται ο Κώστας. Αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι κάτι το απότομο, το νευρώδες.. Είναι πολύ πρακτικός και πιάνουν πολύ τα χέρια του. Όμως έχει μια ακραία εμπάθεια για πρόσωπα και πράγματα κι αν τον ενοχλήσεις, «στο κρατάει».
 Συμπαθεί πολύ το Γιάννη με τον οποίο αρέσκεται να συζητάει. Θυμάμαι ας πούμε μαι συζήτηση που έχουν μεταξύ τους. Είναι  περίπου '74  την περίοδο την προεκλογική πριν το δημοψήφισμα για το Βασιλιά ή την περίοδο πριν τις πρώτες μετά τη χούντα εκλογές (Καραμανλής ή χάος), και ο Κώστας μας μεταφέρει μια συζήτηση με τον πατέρα του, σχετικά με την «ισχύ» της κάθε ψήφου. Μας θέτει τον προβληματισμό αν είναι σωστό κάποια σπουδαία προσωπικότητα να έχει ίδιας αξίας ψήφο με μια απλή γυναίκα. Και μας φαίνεται πράγματι σωστή αυτή η άποψη.
Την ώρα που συζητάμε, ο Κώστας τρώει ένα κρύο ζελεδάκι με φρούτα κεράσια και βερύκοκα. Εκεί που κάθεται ήρεμος , ξαφνικά τινάζεται και εκτοξεύει τη σαγιονάρα του εναντίον μιας διερχόμενης γάτας. Μυρίζει καλοκαίρι. Οι γειτόνισσες καταβρέχουν το χωματόδρομο με το λάστιχο, ποτίζουν τα λουλούδια και δημιουργείται μια ωραία αίσθηση δροσιάς. Μυρίζει το χώμα...
«Αχ δροσούλα», αναφωνεί η κυρά Μαρία. Πιο πάνω στη συνοικιακή ταβέρνα έχουν ξεκινήσει να βγάζουν τα τραπέζια έξω.Το τζουκ μποξ επαναλαμβάνει μονότονα επιτυχίες της εποχής : «Και τώρα τρελοκόριτσο γελάς, μα κατά βάθος κλαις και μ' αγαπάς» Στη διπλανή ταβέρνα έχουν βγάλει έξω τα βαρέλια του κρασιού να τα καθαρίσουν. Μυρίζουν μια βαθιά μυρωδιά ξύλου και ξυνίλα...
Ο Κώστας τα καλοκαίρια συνηθίζει να δουλεύει στου Καζέπα. Ο Καζέπας έχει μια μικρή βιοτεχνία παρακάτω η οποία παράγει μικρά κρεμαστάρια για κουρτινόξυλα.Είχα πάει κι εγώ μια φορά, έδινε 60 δραχμές τη μέρα στον καθένα. Είναι η πρώτη μου εμπειρία από την «παραγωγή». Εμένα με έβαλε στο πιο εύκολο πόστο. Κολαούζο λέγεται- ένας μοχλός που κατεβαίνει προς τα κάτω και ανοίγει σιγά-σιγά στροφές σ' ένα κρεμαστάρι. Μ' αυτό το τρόπο μπορεί πάνω κει να βιδώνει μια βίδα.
Μου αρέσει αυτή η δουλειά, αν και στο τέλος της μέρας βαριέμαι. Μια άλλη δουλειά είναι να βάφουμε κάτι εξαρτήματα. Στη μύτη μου έχει μείνει η έντονη μυρωδιά της βαφής και η ανυπόφορη ζέστη που εκπέμπει ο φούρνος.
Ο Κώστας είναι πολύ ικανός σ' αυτή τη δουλειά και νοιώθει σαν το ψάρι μέσα στο νερό, έτσι πηγαίνει εύκολα από πόστο σε πόστο με μοναδική ευκολία.Εκεί λοιπόν περνάει την ώρα της ? (δουλεύει ?) και μια κοπέλα που είναι λιγάκι αργή. Μου κάνει εντύπωση με τι θράσος της φέρεται ο Κώστας καθώς ήδη έχει ξυπνήσει μέσα του το ερωτικό ένστικτο.Την πάει παράμερα,    της σηκώνει τη φούστα απρεπώς και φαίνεται η κιλότα της. Αυτή γελάει χαζά μη αισθανόμενη το άσεμνο της χειρονομίας του και τέλος μ' ένα τελευταίο υπόλειμμα ντροπής την τραβάει γρήγορα προς τα κάτω, κλείνοντας έτσι ένα νούμερο που πρέπει να έχει επαναληφθεί εκατοντάδες φορές και με πολλούς συμπρωταγωνιστές. 

Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

ποιήματα




Πόσα καρφιά πόσα ψαλίδια
Πόσα τέρατα
να μια τεράστια κατσαρίδα
Πόσα ηλεκτροφόρα γυμνά καλώδια 
πρέπει να προσπεράσω
μέχρι επιτέλους να μπω
στη μυστήρια σκοτεινή σπηλιά σου
όπου εκεί στα σκοτάδια μπορώ
να παίξω λίγο τον βασιλιά του κακού
να λικνιστώ στα βάραθρα
εκστατικός και υψιπετής
ζωή και θάνατος ένα
παραδομένος στην αγκαλιά σου
τέλος κι αρχή
μωρό και γέρος
το μόνο μέρος 
που ίσως ακόμα
μυρίζει το χώμα
και λάμπει η σιωπή...


T' αποκαϊδια μιας φωτιάς

Τούτη τη νύχτα
Πως φυσάει
το φεγγάρι φωτίζει τα πρόσωπα
και η θάλασσα γεμίζει τα πάντα
το μυαλό μας σφίζει
Σιντάρτα, explotion, οιμωγή, τύραννος, καραμούζα
τα ξάρτια τρίζουν τα πανιά τρέμουν,
τα κύματα παφλάζουν
γέλια και τραγούδια παντού 
ο αχός των ανθρώπων από μακριά 
κάτι πανηγυρίζουν
το τυχαίο άγγιγμα των χεριών
οι ματιές με νόημα
λαιμητόμος, δέος, πείνα, σέκος, στείρα, λάκκος, δώρο, Κίνα
το πορτοκαλί τοπίο,τα μωβ μάτια, τα κίτρινα δέντρα
όλες οι εποχές ξαφνικά παρελαύνουν
χιόνια, βροχές, ζέστη
Μια μπάντα παίζει μια μελωδία
και τ' ανθρωπάκια σαν μυρμήγκια
τριγυρίζουν
Τα φώτα σβήσαν
Δεν υπάρχει τυχαίο
είμαστε αποτέλεσμα της εκδίκησης των πραγμάτων
Πως φυσάει...
σάστισμα, καθρέπτης, δανεικός, παραμάνα, σάλιο, ισχύο, τελαμόνα, Καινιξβέργη
Τι ευλογία σήμερα !
Η καλοσύνη των ανθρώπων και οι χαζοί άφησαν το μαχαίρι και μας κοιτάζουν
μ' ανοιχτό το στόμα, καθώς καβαλάμε τον γάϊδαρο δαίμονά μας και πετάμε.
Κλαίω και γελάω από χαρά...




Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

όπου πάμε μας πιάνουν κουβέντα

Καμιά σχέση η Θεσσαλονίκη με την Αθήνα. Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη με χαρακτήρα, με το μπεζεστένι της, τα αρχαία ρωμαϊκά-βυζαντινά μνημεία, την παλιά πόλη, τη βαριά προφορά της γλώσσας, τα μπαράκια και τη νυχτερινή ζωή, τα καφενεία και τα εστιατόρια, τα τυροπιτάδικα, τα ζαχαροπλαστεία, τα περιποιημένα πεζοδρόμια, το ψιλόβροχο, το νεαρόκοσμο, τα βιβλιοπωλεία, τις συνεχείς βόλτες με τα πόδια, τους ανοικτούς ζεστούς ανθρώπους, το κάστρο της, την αχανή παραλία που σου ανοίγει τη ψυχή, τα παλιά μυστήρια μαγαζίά, τους απέραντους δρόμους, τις ψηλές άχαρες πολυκατοικίες αλλά και τα παλιά νεοκλασικά, τις εκκλησίες που τις βρίσκεις ξαφνικά μέσα στα κτίρια, τα μοναστήρια, τα graffiti στους τοίχους, τους ζητιάνους και τους άστεγους, τα τζαμιά, τα λαδάδικα, τα στέκια με τη ζωντανή μουσική, τα ντολμαδάκια, το ραβανί και το χαλβά, τη λέξη μαλάκα, τις συζητήσεις για τη τέχνη που ακούς παντού, το ζαχαροπλαστείο Τερκενλή, τα λουκουματζίδικα,τους  μεζέδες, τον Άρη και τον ΠΑΟΚ.










Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Επίσκεψη στον «τρελό»

«Τρελός» λέγεται ο Υμηττός από τους παλιούς γιατί αλλάζει εύκολα διάθεση δηλαδή αλλάζουν τα καιρικά φαινόμενα που επικρατούν στην κορυφή του ! Μέχρι προχθές στο μυαλό μου ήταν ένα άχαρο βουνό με φυτρωμένες κεραίες, όμως τώρα ξέρω ότι είναι ένα αρκετά γοητευτικό βουνό με ποικιλία βλάστησης, πεύκα, ελιές, κοκκορεβυθιές, σπαράγγια, χαρουπιές, κουτσουπιές, γκορτσιές, πλάτανους, ακακίες, ευκάλυπτους, με διάφορους θάμνους και αγριολούλουδα.
Ξεναγηθήκαμε- εξήντα άνθρωποι- στη μονή Καισαριανής, ένα λαβυρινθώδες πέτρινο κατασκεύασμα, που συνδυάζει κελιά, κουζίνα, ναούς και λουτρό και είναι στολισμένο με τεράστια κυπαρίσσια και που στην κατασκευή του έχει χρησιμοποιηθεί ο προυπάρχων ρωμαϊκός ναός της θεάς Δήμητρας! Ετσι στη μονή συνυπάρχουν όλες οι ιστορικές περίοδοι της Ελλάδας. Βλέπει κανείς αρχαίες κολόνες να υποβαστάζουν πέτρινα μοναστηριακά οικοδομήματα. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι πρέπει κανείς να σκύψει για να περάσει μέσα από κάποια πόρτα. Επίσης αξιοσημείωτο είναι ότι δίπλα από την εκκλησία υπήρχε λουτρό...Πολύ σημαντικές είναι οι εικονογραφίες στον πρόναο φτιαγμένες από κάποιον Ιωάννη Ύπατο, πολύ πρωτόγονες και πλησιάζουν πολύ το αρχαίο πνεύμα.






Κατόπιν περπατήσαμε στο βουνό. Επισκεφθήκαμε ένα κάστρο ισάξιο εκείνων της Μάνης, μια αρχαία βυζαντινή εκκλησία ερειπιωμένη και την μονή  Αστερίου. ¨Ολη η διαδρομή μέσα σε μια εξαιρετική βλάστηση με μυρωδιές και χρώματα. Κάπου συναντήσαμε και μια χελώνα. Στην κορυφή συνειδητοποιήσαμε ότι ο Υμηττός είναι η διαχωριστική γραμμή του άχαρου χτισμένου λεκανοπεδίου και της πεδιάδας των Σπάτων, όπως χαριτωμένα ειπώθηκε της Ατιικής του πνεύματος και του οινοπνέυματος...





Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

πλουμιστή λεπτομέρεια

Τόσο μικρό,  τόσο ζωντανό !
Πόσο με πονάει !
Χρωματιστό με ποικίλα χρώματα. Προβάλλει και γίνεται τεράστιο. Πόσο καλά είμαι, πόσο υπέροχα αισθάνομαι αρκεί να υπάρχει το υπέροχο μικρό πράγμα που με τσιμπάει, ταρακουνάει συθέμελα όλη την ύπαρξή μου. Αυτό το υπέροχο μικρό τίποτα. Πόσο ζωντανό, πόσο λαμπερό, πόσο οδυνηρό.....
Δώσε μου γλυκό πόνο, πόνο του τίποτα, Α του Κενταύρου, Ιδομενέα, Ευτέρπη, Πολύμνια, υπέρλαμπρε πολυδαίδαλε γεννήτορα των Πάντων, νεφέλωμα του Ωρίωνα, φοβερή σύγκρουση γαλαξιών, πυροτέχνημα θαυμαστό, τόσο μεγάλο αλλά και εκπληκτικά μικρό, τιποτένιο ελάχιστο !!!!





Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

αποκλεισμός και τέχνη




Καλλιτέχνης σημαίνει άνθρωπος πεισματάρης κι ευαίσθητος, γιατί αν κάποιος είναι πεισματάρης παραμένει νεανικός κι αμφισβητίας, όντας όμως ευαίσθητος χτυπιέται σκληρά όχι μόνο απ'την μοίρα αλλά κι απ' τους άλλους ανθρώπους. Αυτό οδηγεί σε αποκλεισμό...
Ο αποκλεισμός είναι στίγμα, κάτι σαν ιός και αφ'ης στιγμής πέσει κάποιος σ' αυτόν είναι πάρα πολύ δύσκολο ν' ανακάμψει, τον κουβαλάει πάντα μαζί του. Τον κουβαλάει στην αύρα του, στη φωνή του, στα μάτια του, στις κινήσεις του.Μόλις οι άλλοι το καταλαβαίνουν φεύγουν....Η το πολύ πολύ να πλησιάζουν άτομα που έχουν περιέλθει σε παρόμοια κατάσταση - για τους ίδιους ή για παρόμοιους λόγους- όμως αντιμετωπίζουν τον αποκλεισμό σαν βαριά ασθένεια, που φέρνει μαζί του τεράστια προβλήματα.
Ο αποκλεισμός είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστεί και δημιουργεί παράπλευρες δυσκολίες που εμποδίζουν τον άνθρωπο και δεν του επιτρέπουν ν' αναλάβει. Κάποια στιγμή, κάποιος οδηγείται σε αδιέξοδο και χάνει πια κάθε ελπίδα να γλυτώσει...
Αποζητάει την ανθρώπινη μυρωδιά, τον συγχρωτισμό, αισθάνεται ωραία, αφήνεται και τότε όλοι βλέπουν ότι είναι ένα παιδί ! Ένα μικρό, άβγαλτο, ευάλωτο πλάσμα !
Μα πως είναι δυνατόν αυτός να είναι κάπως έτσι ? Περίεργος, αλλόκοτος. Πρέπει να τιμωρηθεί γι αυτό. Μας προκαλεί με την ύπαρξή του. Κι έτσι τιμωρείται με μεγαλύτερο αποκλεισμό....
Πόσο πολύ έχει στερηθεί την ανθρώπινη επαφή !  Το γέλιο, την κουβέντα, τον έρωτα ! Και πέφτει σ' αυτά με τα μούτρα. Σαν πρωτόγονος που πεινάει, λυσσάει για αγάπη ! Όλη αυτή η κατάσταση όμως μοιάζει γελοία, αν συγκριθεί με χορτασμένες, ισορροπημένες μετριότητες που ζυγίζουν την παραμικρή κίνησή τους, προσέχουν τον εαυτό τους και πάντα βγαίνουν κερδισμένοι...
Οι γυναίκες κυρίως κάνουν πίσω όταν βλέπουν τέτοια άτομα. Συναισθάνονται και καταλαβαίνουν την κατάστασή τους γιατί κι αυτές έχουν βρεθεί σε παρόμοια θέση, όμως δεν είναι αυτό που περιμένουν από έναν άντρα.
Όποιος λοιπόν δεν έχει φάει με το κουτάλι τον αποκλεισμό, την μοναξιά δεν μπορεί ν' ασχοληθεί με την τέχνη. Γιατί η τέχνη απαιτεί σχολαστική παρατήρηση, αναστοχασμό, φαντασία, δημιουργικότητα, συγκέντρωση, διάβασμα, μελέτη κι αυτά δεν μπορεί να τα έχει κάποιος αν παράλληλα έχει και μια αξιοπρεπή κοινωνική ζωή.
Επίσης, η απομόνωση φέρνει πολύ σύντομα την επίγνωση της τραγικότητας της ζωής η οποία ξεκινάει όλο προσδοκίες και μεγάλους στόχους και καταλήγει να σέρνεται ανάμεσα στα στάσιμα νερά μιας πληκτικής επιβίωσης και τα κέρινα φτερά μιας ονειρικής επδίωξης.
Κάποιος που δεν ξέρει τι σημαίνει τραγικότητα της ζωής δεν μπορεί να αισθανθεί το βάρος της τέχνης, Δεν μπορεί να καταλάβει τον λόγο που κάνουμε τέχνη. Για να αμβλύνουμε τις εσωτερικές αντιφάσεις ? Για να οραματιστούμε το καινούργιο ? Για να δώσουμε διέξοδο σε μύχιους πόθους ?
Για να δημιουργήσουμε ? Για να μείνουμε στην αιωνιότητα ? Για να αισθανθούμε καλύτερα ?
Για να δώσουμε ένα δώρο στους άλλους ανθρώπους ?
Για όλους αυτούς τους λόγους και άλλους τόσους ίσως....Η τέχνη παρ' όλ' αυτά δεν παύει να είναι κάτι μαγικό, κάτι μυστήριο, όπου αυτόματα, με ανεξερεύνητες διεργασίες μεταφέρεται στο χαρτί, στο γυαλί, στο μέταλλο, στο ξύλο,στο μάρμαρο, στο σελιλόϊντ, στη σκηνή κάτι που θέλουμε να πούμε ή έχουμε φανταστεί κι ακόμη καλύτερο ίσως !
Ο αποκλεισμός σε πολλές περιπτώσεις οδηγεί σε παθολογικές ψυχολογικές συμπεριφορές, κατάθλιψη, νεύρωση ή και ψύχωση οι οποίες με τη σειρά τους ανακυκλωτικά χρησιμεύουν σαν εργαλεία για να κτιστεί ένα έργο τέχνης ή για να δομηθεί το προφίλ ενός χαρακτήρα στο θέατρο, το τραγούδι, τη λογοτεχνία όσο βέβαια είναι εφικτό κάποιος να υποφέρει και ταυτόχρονα να δημιουργεί.
Ομως η τέχνη θέλει ή όλα ή τίποτα. Αποστρέφεται τα μέτρια και χλιαρά πράγματα. Μπαίνει στην ουσία και το βάθος των πραγμάτων και δεν σταματάει πουθενά. Όταν είναι πραγματική τέχνη !

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

αναστάτωση




    
Έχω ήδη πεθάνει δεν έζησα ποτέ !
Αυτό το αδύναμο δευτερόλεπτο που δεν είχα το θάρρος να κάνω την κίνηση
Ο χρόνος αυτή η κουστωδία των ακραιφνών παρωθήσεων 
σαν το σαλιγκάρι σέρνεται 
πάνω σε φθαρμένα καλώδια
Ξερνάει το αίμα του χύνεται περιπαθώς !
Και τώρα που μεγαλώσαμε 
είναι δυνατόν λες να συμβαίνει σε μένα αυτό ?
Είν' αλήθεια ή όνειρο ?
Κάθε κόκκαλο που ραγίζει
κάθε σάρκα που ματώνει μας κάνει πιο γλυκούς
ένα πετραδάκι στην ακολουθία της απεραντοσύνης
μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς ?
Τι είναι η ζωή ?
Εγώ που πάντα έψαχνα να βρω πόσο πιθανό είναι τ' απίθανο
λεω ότι ζωή είναι η συνομοταξία των ανομολόγητων πόθων μιας ανθισμένης κερασιάς και μιας ανυπόταχτης αστρικής περιδίνησης η μουσική αρμονία....




Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

ανθρωποκατοικίδια

Τώρα τελευταία έχει μεγάλη επιτυχία στο χώρο των ηλεκτρονικών εφαρμογών ένα παιχνίδι on line διασκέδασης που αποτελεί συνδυασμό κοινωνικής δικτύωσης, reality παιχνιδιού και διατήρησης «κατοικίδιου».
Το εύρημα συνίσταται στο εξής : Ξεκινάς μια εφαρμογή όπου διατηρείς μια σχέση μ'ένα κατοικίδιο-άνθρωπο. Αυτό βρίσκεται στην οθόνη σε κάποιο χώρο που μοιάζει με κοινό δωμάτιο, με καναπέ, σαλόνι, τηλεόραση, ραδιόφωνο και είτε μοιάζει με μια κομίστικη φιγούρα, είτε έχει αληθοφανή χαρακτηριστικά. Υπάρχει η δυνατότητα να πλησιάζει ο χρήστης πολύ κοντά στον «πρωταγωνιστή» ή ακόμη και να τον αγγίζει με κάποιο τρόπο. Ο άνθρωπος αυτός μπορεί να είναι: μωρό, παιδί, έφηβος ή ενήλικος, άνδρας ή γυναίκα, οποιασδήποτε σεξουαλικής προτίμησης, μορφωμένος ή αμόρφωτος, με γνώσεις ή όχι, φιλομαθής ή αδιάφορος, πάντως με κανονικά αισθήματα, φυσιολογικές αντιδράσεις ή και όχι, σύγχρονος με προβληματισμούς, ανησυχίες, ελαττώματα και αδυναμίες ο οποίος μπορεί να ασθενήσει, να χτυπήσει ακόμη και να πεθάνει, σ'όλα αυτά όμως κυριαρχεί ένα χαρακτηριστικό.΄Εχει ελεύθερη βούληση. Να βρίσει, ν' αντιδράσει άσχημα, να θέσει όρους ή και να φύγει ακόμη, να εγκαταλείψει το παιχνίδι.
Όλ' αυτά προσδιορίζονται απ' την αρχή με βάση τις επιθυμίες του χρήστη. Δηλαδή αυτός έχει τη δυνατότητα να παραγγείλει το «κατοικίδιο» που θέλει : ηλικία, εμφάνιση, μορφωτικό επίπεδο, ικανότητες, συναισθήματα, ταπεραμέντο, κλίσεις και ταλέντα. Από κει και πέρα, ο «πρωταγωνιστής» είναι ελεύθερος ν' αντιδράσει όπως θέλει και ανάλογα πως του φέρονται. Αν βρει αγάπη κι αφοσίωση να τ' ανταποδώσει, αν βρει άσχημα συναισθήματα μπορεί ν' αντιδράσει κατά το δοκούν. Δηλαδή να εξεγερθεί, να ειρωνευτεί, να σχολιάσει άσχημα, να αντεπιτεθεί ή να εγκαταλείψει το παιχνίδι.
Υπάρχει βέβαια και η δυνατότητα το άτομο που θα επιλέξεις για «κατοικίδιο» να είναι τελείως κάτω απ' τις διαταγές σου και σε απόλυτο περιορισμό, αλλ' αυτό πρόκειται για άλλο παιχνίδι...
Οι υποχρεώσεις βέβαια που έχεις όταν ξεκινήσεις αυτή τη σχέση δεν είναι λίγες. Μαγειρεύεις εικονικά για το άτομο, του ψωνίζεις, τον βοηθάς στη μελέτη, συζητάς μαζί του, βλέπετε μαζί τηλεόραση και άλλα. Σου εκμυστηρεύεται τα προβλήματά του και ψάχνετε λύσεις, σου μιλάει για το παρελθόν του, για τους φίλους του, για το μέλλον του ή την επαγγελματική του αποκατάσταση.
Συνήθως το «άτομο» έχει αυτόνομη ζωή και δεν εξαρτάται από σένα.Γι αυτό πρέπει να κερδίσεις τη φιλία και την εμπιστοσύνη του. Σ' αυτό άλλωστε συνίσταται και η επιτυχία του παιχνιδιού. Αυτό που του προσφέρεις βασικά είναι στέγη, τροφή και μια ανθρώπινη παρουσία, Υπάρχει όμως κίνδυνος να σε βαρεθεί και να σ' εγκαταλείψει.
Στην αρχή κάνεις μια συμφωνία μαζί του, τι θέλεις απ' αυτόν ή αυτήν και τι προσφέρεις. Αυτή η συμφωνία είναι ταυτόχρονα και οι κανόνες του παιχνιδιού. ¨Ομως αν τους παραβείς ή φερθείς κατά οποιοδήποτε τρόπο άσχημα πρέπει να υποστείς και τις συνέπειες.
Το παιχνίδι μόλις έσκασε μύτη στην αγορά, έχει παγκόσμια επιτυχία ! Τα έσοδα του στηρίζονται στις διαφημίσεις που προβάλλονται δίπλα απ' το «άτομο» ή μπορείς να πληρώνεις με πιστωτική κάρτα.
Επίσης μερικές εταιρείες προσλαμβάνουν το «άτομο» να σου πουλήσει κάτι, λιγάκι ύπουλα η αλήθεια. Όμως θα μπορούσες να το θέσεις απ' την αρχή σαν όρο του παιχνιδιού ότι δεν επιθυμείς προώθηση προϊόντων.
Το παιχνίδι είχε επιτυχία σε μοναχικά άτομα, φυλακισμένους, ανήμπορους να μετακινηθούν, ψυχασθενείς αλλά και απλούς ανθρώπους που είχαν κάποιο συναισθηματικό κενό στη ζωή τους κι έψαχναν τρόπο να το καλύψουν. Επίσης είχε επιτυχία στο babysitting στη ψυχοθεραπεία, στη συμβουλευτική ιατρική, στην εκπαίδευση.
Αυτοί που εμπνεύστηκαν τους χαρακτήρες των «κατοικιδίων» δεν άφησαν στην τύχη τα πράγματα. Χρειάζονταν μοντέρνους χαρακτήρες με ενημέρωση κι ανησυχίες, με προβληματισμούς και ζωντάνια, με αμεσότητα κι ευστροφία και τέτοιους βρήκαν μόνο ζωντανά παραδείγματα κι όχι ευρήματα του εργαστηρίου. Δηλαδή προσέλαβαν κάποιους ανθρώπους ανάλογα με τις ανάγκες και ζήτησαν τη βοήθειά τους για να εμπλουτίσουν τους χαρακτήρες. Πολλοί μάλιστα λένε ότι πίσω απ' αυτούς τους χαρακτήρες κρύβονται μερικές φορές ζωντανοί άνθρωποι που καθοδηγούν τα πράγματα.
Αυτό δεν το ξέρει ο παίκτης, αλλά είναι τόσο τέλειο κι επιτυχημένο το παιχνίδι που κάποια στιγμή κάνει με το μυαλό του διάφορες σκέψεις....
Μερικοί έχουν ερωτευθεί «ηλεκτρονικά κατοικίδια» ή έχουν οδηγηθεί στην αυτοκτονία από αδιέξοδο, ,μάλιστα η επιχείρηση του παιχνιδιού έχει οδηγηθεί στα δικαστήρια σε κάποιες περιπτώσεις με την κατηγορία της δόλιας συμπεριφοράς ή της ηθικής αυτουργίας σε κακούργημα και άλλα τέτοια. Πάντως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, φαίνεται ότι η επιχείρηση έχει βοηθήσει κόσμο, έχει προσφέρει πραγματική υπηρεσία. Όμως παράλληλα έχουν δημιουργηθεί αρνητικές συνέπειες : εθισμός στο παιχνίδι, υποκατάσταση πραγματικών ανθρώπινων σχέσεων και μια καινούργια ψυχοπαθολογία που έχει να κάνει με μια σχέση χωρίς ανθρώπινη σωματική επαφή ! Δηλαδή με την όσφρηση, την αφή, τη ζεστασιά, τις εκκρίσεις, τον ιδρώτα, την αύρα του διπλανού. Βέβαια η επιχείρηση του παιχνιδιού τα γνωρίζει όλ' αυτά κι εργάζεται πυρετωδώς να τα υποκαστατήσει με κάποιο τρόπο. Γι αυτό βάζει τους πρωταγωνιστές να προσφέρουν ένα λουλούδι (δήθεν αυθόρμητα), να πλησιάζουν πολύ την οθόνη (κοντινό) και δήθεν ν' αγγίζουν τον παίκτη ή να τον φιλάνε εικονικά ή ακόμη να του μιλάνε για παλιές εποχές (ανάλογα βέβαια και με την ηλικία τους) και να δακρύζουν. Πάντως δίνουν πολύ σημασία στην αληθοφάνεια του χαρακτήρα και μάλιστα έχουν από πίσω επιτελείο ψυχολόγων που μελετάνε την ψυχοσύνθεση του παίκτη και βάζουν ανάλογα το «κατοικίδιο» ν' αντιδράσει...
Είναι πραγματικά ελεύθερο να κάνει ότι θέλει. Να πετάξει τα παπούτσια του, ν' απλώσει τα πόδια του στον καναπέ, να χορέψει, να διασκεδάσει ή να κάνει έρωτα κάπου κρυφά με τον φίλο ή τη φίλη του, διότι υπάρχει και η δυνατότητα ν' απομονώνεται (όχι τελείως βέβαια). Επίσης μπορεί να λείπει όση ώρα θέλει.Τελευταία, έχουν φτιάξει αναβαθμισμένα παιχνίδια όπου μπορεί ο παίκτης να παρακολουθεί το «κατοικίδιο» κι εκτός σπιτιού. Όμως σ' αυτή την καινούργια έκδοση τίθενται ζητήματα ελευθερίας του πρωταγωνιστή κι αυτά πρέπει να συζητηθούν εξ αρχής όταν ρυθμιστούν οι κανόνες.
Επίσης τα «ηλεκτρονικά κατοικίδια» έχουν ένα σωρό αδυναμίες. Ανεξάρτητα από την αρχική παραγγελία του χαρακτήρα τους, μπορούν να πέσουν σε λάθη, διότι κι αυτά δε ζουν σ'ένα ιδανικό κόσμο αλλά ζουν υποτίθεται στον ίδιο κόσμο που ζούμε κι εμείς.
Ο παίκτης έχει μικρή συμμετοχή σχετικά, με τη συζήτηση, τις γνώσεις και τις συμβουλές του στη διαμόρφωση της ζωής του «κατοικίδιου». Έτσι αυτός ή αυτή μπορεί να έχει δουλειά ή όχι, να γκρινιάζει για την οικονομική κρίση ή όχι, να έχει πέσει στα ναρκωτικά ή ν' απέχει από κακιές συνήθειες, να καπνίζει ή όχι, να έχει πάθει κάποιο ατύχημα, ή να έχει συνήθειες, εμμονές, τρελές σκέψεις, αυθόρμητες αντιδράσεις, γενικά ότι χαρακτηρίζουν ένα ζωντανό άνθρωπο....Μπορεί επίσης να φύγει σε ταξίδι για πολλές μέρες ή και να μεταναστεύσει στο εξωτερικό.
Η επιχείρηση επιβραβεύει τις πολύχρονες σχέσεις ή τις θυσίες που κάνει κάποιος για το κατοικίδιο. Για παράδειγμα, αν κάποιος χάσει ένα σημαντικό ραντεβού για να κρατήσει παρέα στον στεναχωρεμένο  «πρωταγωνιστή» ή ακόμη δεν πάει στη δουλειά του διότι ο «αγαπημένος-η» είναι κρυωμένος-η η επιχείρηση τον επιβραβεύει με κάποιο χρηματικό βραβείο ! Αντίστροφα, ένα παιδί ζητάει συνέχεια χαρτζιλίκι ! Η επιχείρηση σκέφτεται στο μέλλον να συμβαίνουν και γάμοι με «κατοικίδια» ή ακόμη και γεννήσεις παιδιών !
 Το παιχνίδι κάθε μέρα εμπλουτίζεται με την ίδια την εμπειρία του. Οι αντιδράσεις των παικτών απομνημονεύονται και χρησιμοποιούνται για να εφαρμοστούν από μελλοντικούς χαρακτήρες. Υπάρχει ένας κεντρικός υπολογιστής «server» που λέγεται «ψυχοενεργητικός» και καταγράφει δεδομένα και συμπεριφορές, βγάζει πορίσματα. Η γνώμη του είναι πάντα καθοριστική για την εξέλιξη της σχέσης.
Υπάρχει όμως ένα πρόσφατο γεγονός, που επισκιάζει την μεγάλη επιτυχία του παιχνιδιού. Σε κάποια χώρα βόρεια, συνέβησαν εγκλήματα εις βάρος «κατοικιδίων», δηλαδή κακοποίηση, αυταρχικές συμπεριφορές ή και εικονικοί φόνοι. Οι άνθρωποι κάποια στιγμή ξεχνούν ότι πρόκειται για παιχνίδι και ξύνουν παλιές πληγές, επειδή δε είναι απρόσωποι, έχουν αποβάλει από πάνω τους το βάρος της ευθύνης και φαίρονται επιπόλαια. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι έχουν ηθική υποχρέωση απέναντι στα «κατοικίδια». Άλλοι πάλι βαριούνται εύκολα και τα παρατάνε. Η επιχείρηση ψάχνει εντατικά να βρει τρόπους να τους εξάψει το ενδιαφέρον, χρησιμοποιώντας πότε την πρόκληση (σεξουαλική ή άλλου είδους), τις χρηστικές πληροφορίες (νέα για τον καιρό, συμβουλές για τη μαγειρική η πολιτική ειδησεογραφία) και ότι άλλο μπορεί να μηχανευτεί ο server ή το επιτελείο των ψυχολόγων.
Κάποιος μπορεί να έχει μια φιλοσοφική-πολιτική συζήτηση με τον «πρωταγωνιστή» ή να περάσουν ήσυχα το βράδυ τους, παρακολουθώντας μια παλιά ταινία στην τηλεόραση και κάνοντας σχόλια και καλαμπούρια. Επίσης, είναι πολύ της μόδας τελευταία, ο «πρωταγωνιστής» να λέει τα τελευταία ανέκδοτα που κυκλοφορούν !
Κάποιος αν θέλει, μπορεί να μεγαλώσει ένα παιδί «κατοικίδιο» αν και αυτό παίρνει πολύ χρόνο !
Αν από αδιαφορία ή επιπολαιότητα πάθει κάτι το παιδί, η επιχείρηση αποκλείει τον παίκτη και του επιβάλει χρηματικό πρόστιμο. Αντίθετα αν το παιδί έχει καλή πρόοδο ο χρήστης επιβραβεύεται με χρηματικό έπαινο !


Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Βιβλία που διάβασα τον τελευταίο μήνα











Ο Στέφαν Τσβάϊχ διαβάζεται μονορούφι κυριολεκτικά ! Χρόνια είχα να το νιώσω αυτό με ανάγνωσμα.
Είναι μαέστρος της ψυχογραφίας και ξέρει πολύ καλά να την περιγράφει. Η «σκακιστική νουβέλα» είναι μικρό αριστούργημα...
Η «Αμερική » του Κάφκα είναι κατά πως φαίνεται το λιγότερο σκοτεινό έργο του και έχει μπόλικες σουρεαλιστικές εικόνες, Πολύ καλά μας δίνεται η σχέση του ίδιου του συγγραφέα με το άλλο φύλο, ενώ το ίδιο το βιβλίο είναι περιγραφή του παράλογου : Ένας νέος άνθρωπος για κάποιο περίεργο λόγο έχει διωχθεί απ' το οικογενειακό περιβάλλον και μπαίνει πολύ γρήγορα στο γαϊτανάκι της επιβίωσης. Ενώ κάνει τα πάντα για τη δουλειά, πολύ γρήγορα καταλαβαίνει ότι η ζωή του δεν έχει καμιά αξία για τους άλλους, είτε αυτοί είναι εργοδότες, είτε υποτιθέμενοι φίλοι ! Σε όλο αυτό τελικά αφήνεται μια ακτίνα φωτός, που έρχεται μόνο μέσα από ένα τσίρκο ή θέατρο, δηλαδή μέσω της τέχνης , της τέχνης του ίδιου του Κάφκα ?
Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς είναι ένας εμβριθής πανεπιστήμων !  Περιγράφει την ανισόρροπη Ελλάδα των τελευταίων χρόνων και δίνει κάποιες κατευθύνσεις. Αξίζει πραγματικά.